Πέμπτη

Locomondo - Δεν κάνει κρύο ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Vasilis Papakonstantinou - O kitharistas tou theou

Β.Παπακωνσταντινου - Το Μαχαιρι


Στίχοι: Νίκος Καββαδίας
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου


Απάνω μου έχω πάντοτε στη ζώνη μου σφιγμένο
ένα παλιό αφρικάνικο ατσάλινο μαχαίρι
-όπως αυτά που συνηθούν και παίζουν οι αραπάδες-
που από έναν γέρο έμπορο αγόρασα στ' Αλγέρι.

Θυμάμαι, ως τώρα να 'τανε, το γέρο παλαιοπώλη,
όπου έμοιαζε με μια παλιά ελαιγραφία του Γκόγια,
ορθόν πλάι σε μακριά σπαθιά και σε στολές σχισμένες,
να λέει με μια βραχνή φωνή τα παρακάτου λόγια:

«Ετούτο το μαχαίρι, εδώ, που θέλεις ν' αγοράσεις
με ιστορίες αλλόκοτες ο θρύλος το 'χει ζώσει,
κι όλοι το ξέρουν πως αυτοί που κάποια φορά το 'χαν,
καθένας κάποιον άνθρωπο δικό του έχει σκοτώσει.

Ο Δον Μπαζίλιο σκότωσε μ' αυτό τη Δόνα Τζούλια,
την όμορφη γυναίκα του γιατί τον απατούσε.
ο Κόντε Αντόνιο, μια βραδιά, τον δύστυχο αδελφό του
με το μαχαίρι τούτο εδώ κρυφά δολοφονούσε.

Ένας αράπης τη μικρή ερωμένη του από ζήλεια
και κάποιος ναύτης Ιταλός ένα Γραικό λοστρόμο.
Χέρι με χέρι ξέπεσε και στα δικά μου χέρια.
Πολλά έχουν δει τα μάτια μου, μα αυτό μου φέρνει τρόμο.

Σκύψε και δες το, μια άγκυρα κι ένα οικόσημο έχει,
είναι αλαφρύ για πιάσε το δεν πάει ούτε ένα κουάρτο,
μα εγώ θα σε συμβούλευα κάτι άλλο ν' αγοράσεις.»
-Πόσο έχει; - Μόνο φράγκα εφτά. Αφού το θέλεις πάρ΄το.

Ένα στιλέτο έχω μικρό στη ζώνη μου σφιγμένο,
που η ιδιοτροπία μ' έκαμε και το 'καμα δικό μου,
κι αφού κανένα δε μισώ στον κόσμο να σκοτώσω,
φοβάμαι μη καμιά φορά το στρέψω στον εαυτό μου...

Βασιλης Παπακωνσταντινου Ενα καραβι παλιο σαπιοκαραβο

Στίχοι: Αλέξανδρος Δήμας
Μουσική: Αλέξανδρος Δήμας
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου


Ένα καράβι παλιό, σαπιοκάραβο
με κάτι ναύτες τρελούς πειρατές
σηκώνει άγκυρα άγριο χάραμα
υπάρχουν θέσεις, αν θέλεις, κενές


Όταν βραδιάζει, που λες, στο κατάστρωμα
χίλια φωτάκια θ' ανάβουν μικρά
στη συντροφιά μας θα έρχεται ο άνεμος
να μας σφυρίζει τραγούδια παλιά


Άντε να λύσουμε, να ξεκινήσουμε
και τους βαρέθηκα, δεν τους μπορώ
να ξενυχτίσουμε και να μεθύσουμε
να τους ξεχάσουμε όλους εδώ


Ένα καράβι παλιό, σαπιοκάραβο
λύνει τους κάβους κι ανοίγει πανιά
αφήνει πίσω στραβά και παράλογα
σηκώνει άγκυρα για μακριά


Θα ξημερώνουμε πάνω στη θάλασσα
θα βγαίνει ο ήλιος να κάνει βουτιές
ο παπαγάλος θα λέει "τους ξεφύγαμε"
κι εμείς θα ψάχνουμε γι άλλες στεριές


Άντε να λύσουμε, να ξεκινήσουμε ...


Ένα καράβι παλιό, σαπιοκάραβο
με κάτι ναύτες τρελούς πειρατές
σηκώνει άγκυρα άγριο χάραμα
υπάρχουν θέσεις, αν θέλεις, κενές


Άντε να λύσουμε, να ξεκινήσουμε...

Giorgos Dalaras - Stavros tou Notou (Thanos Mikroutsikos - Nikos Kavvadias)

Thanos Mikroutsikos - Kuro Siwo (Nikos Kavvadias)

Pikria (Dalaras, Katsimixa, Papakonstantinou, Mikroutsikos, Kavvadias)

ΧΙΛΙΕΣ ΣΙΩΠΕΣ - Ελένη Τσαλιγοπούλου

Τρίτη

«Η Πιανίστα με τη στρυχνίνη» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Μία θεατρική-πιανιστική ερμηνεία με τίτλο «Η πιανίστα με τη στρυχνίνη» σε ηχοτοπία του Δημήτρη Ανδρικόπουλου, θα έχει την ευκαιρία ν' απολαύσει το κοινό του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, από την διακεκριμένη πιανίστα Λορέντα Ράμου, την Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου στην Αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος».

Η πιανίστας θα αποδώσει θεατρικά με απρόσμενες ερμηνείες, πειραματισμό και αντισυμβατική έκφραση σε πανελλήνια πρώτη τα έργα των: Dmitri Kourliandski, Jack Body, Jacob ter Veldhuis και

Frederic Rzewski.

Θα ερμηνεύσει επίσης συνθέσεις των: Cathy Berberian και John Cage, ενώ θα παρουσιάσει σε πρώτη εκτέλεση τη σύνθεσή της «Πρελούδια» για σιωπηλό πιανίστα.


Η Λορέντα Ράμου, έχοντας πίσω της μία σειρά διακρίσεων και υποτροφιών, καθώς και συνεργασιών με Έλληνες και ξένους επιφανείς μουσικούς, επέλεξε να ασχοληθεί ιδιαίτερα με την σύγχρονη μουσική.


Το ρεπερτόριό της εκτείνεται από τον Μπαχ και τον Μότσαρτ μέχρι το κίνημα Fluxus και τα έργα με ηλεκτρονικά των τελευταίων ετών, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην προβολή του ελληνικού ρεπερτορίου.


Η σύνθεση των προγραμμάτων της, που έχει πάντα μια πρωτότυπη θεματολογία στην οποία συχνά

συμβάλλει και η προβολή βίντεο, έχει επαινεθεί ιδιαίτερα από την κριτική.

Μέσα από έναν τίτλο που παραφράζει αυτόν του έργου «Η κυρία με τη στρυχνίνη» του πρόωρα χαμένου συνθέτη Γιάννη Χρήστου, η Λορέντα Ράμου επιχειρεί να δώσει στον ακροατή ένα έναυσμα ώστε ο τελευταίος να μοιραστεί μαζί της την εμπειρία ενός ιδιαίτερου ηχοθεάματος με μία

κινησιολογική-θεατρική διάσταση.

Να την ακολουθήσει στην εξερεύνηση μουσικών μονοπατιών που χάραξαν τα τελευταία 70 χρόνια γνωστοί -αλλά και λιγότερο γνωστοί- σύγχρονοι συνθέτες.


Σε αυτό το ταξίδι, η ομιλία, το τραγούδι και η σκηνική παρουσία του εκτελεστή αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της σύνθεσης. Όσο για τη σχέση της με το έργο του Χρήστου, η Λορέντα Ράμου διευκρινίζει ότι στην «Πιανίστα με τη στρυχνίνη» έχει κρατήσει μια παρόμοια θεατρική αρχή και την ιδέα ότι η συγκεκριμένη ουσία δεν είναι ένα θανατηφόρο δηλητήριο, αλλά ένα παραισθησιογόνο που αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο βλέπει κανείς τα πράγματα.


Υπό την διεύθυνση του Δημήτρη Μαραγκόπουλου, την Δήμητρα Τρυπάνη (κρουστά) και τις Τατιάνα Μπρε και Δήμητρα Παπασταύρου (φωνές) θα πλαισιώσει μία ομάδα ταλαντούχων μουσικών.


Στο νέυ ο Χάρης Λαμπράκης, στη φλογέρα η Ισμήνη Παπαθανασίου, στο τσέμπαλο η Κατερίνα Μιχοπούλου, στο βιολί ο Διονύσης Βερβιτσιώτης και στο τσέλο ο Τάσος Μισυρλής. Την σύνθεση του ηλεκτροακουστικού υλικού κομματιού έχει αναλάβει η Ευγενία Σερέτη ενώ οι Jamie Crabb & Andrey Albert δανείζουν τη φωνή τους.


Η παράσταση εντάσσεται στον κύκλο «Σύγχρονοι Περφόρμερ»της Σειράς «Γέφυρες» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.

Ο τρόμος του Τσερνόμπιλ ξαναζεί στο Βερολίνο

Η Σβετλάνα Σμίρνοβα Μαρτσλίνκεβιτς και ο Αντον Σάγκιν σε σκηνή από το «Αθώο Σάββατο» του Αλεξάντρ Μιντάτζε, ταινία που εστιάζει σε ένα μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος το οποίο προσπαθεί να «δραπετεύσει» από το Τσερνόμπιλ
Η Σβετλάνα Σμίρνοβα Μαρτσλίνκεβιτς και ο Αντον Σάγκιν σε σκηνή από το «Αθώο Σάββατο» του Αλεξάντρ Μιντάτζε, ταινία που εστιάζει σε ένα μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος το οποίο προσπαθεί να «δραπετεύσει» από το Τσερνόμπιλ
ΒΕΡΟΛΙΝΟ, Οταν την 26η Απριλίου του 1986, ημέρα Σάββατο, ένας από τους πυρηνικούς αντιδραστήρες στις εγκαταστάσεις πυρηνικής ενέργειας του Τσερνόμπιλ εξερράγη, το αποτέλεσμα ήταν να γραφτεί ένα από τα μελανότερα κεφάλαια της ιστορίας του 20ού αιώνα. Εκείνη την περίοδο ο ρώσος σκηνοθέτης Αλεξάντρ Μιντάτζε βρισκόταν στο Μινσκ, όπου γύριζε μια ταινία. «Στην αρχή, από την ομορφιά του χρώματος που είχε πάρει ο ουρανός,έκανε τις δικές μου εικόνες ατμοσφαιρικότερες» είπε ο σκηνοθέτης. «Και έπειτα από λίγο καταλάβαμε την αλήθεια».
Χρειάστηκε να περάσουν δεκαοκτώ ολόκληρες ημέρες για να γνωστοποιηθεί επισήμως η είδηση της τραγωδίας- όχι μόνον στον λαό της Ρωσίας, αλλά σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η σιωπή που διατηρούσε η σοβιετική κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να καλύψει το συμβάν επιτέλους είχε σπάσει. «Τότε αντιληφθήκαμε ότι η ζωή μας ως Ρώσων δεν άξιζε και τόσα πολλά» είπε ο Μιντάτζε μιλώντας στους δημοσιογράφους της Μπερλινάλε για την τελευταία ταινία του, «Αθώο Σάββατο», με την οποία επιστρέφει στην τραγωδία του Τσερνόμπιλ μέσα από το πρίσμα μιας ανθρώπινης ιστορίας- και χωρίς να παραδίδει μαθήματα Ιστορίας.

Το φιλμ εστιάζει στην περίπτωση ενός μέλους του Κομμουνιστικού

Η ηθοποιός Σβετλάνα Σμίρνοβα Μαρτσλίνκεβιτς και ο σκηνοθέτης Αλεξάντρ Μιντάτζε στη συνέντευξη Τύπου στο Βερολίνο για την προβολή της ταινίας «Αθώο Σάββατο» (ΑΡ/ΜΑRΚUS SCΗRΕΙΒΕR)
Κόμματος ( Αντον Σάγικιν ) ο οποίος, βλέποντας το μέγεθος της τραγωδίας, θα προσπαθήσει να φύγει από το Τσερνόμπιλ την ίδια ακριβώς νύχτα που λαμβάνει χώρα το συμβάν. Μια σειρά από αναποδιές θα εμποδίσουν τη φυγή του. Μέσα από αυτά ακριβώς τα περιστατικά αναδύεται η άποψη της ταινίας του Μιντάτζε, που είναι μάλλον ρομαντική.

Στην ουσία το φιλμ λέει ότι ακόμη και μέσα από μια τόσο μεγάλη τραγωδία μπορεί να ανθήσει η ζωή. Σύντομα ο κοινωνικός περίγυρος του Τσερνόμπιλ δείχνει να υιοθετεί στη συνείδησή του την τραγωδία της πυρηνικής καταστροφής και συνειδητοποιεί ότι πρέπει να προχωρήσει τη ζωή του. « Ορισμένες φορές », σημείωσε ο Μιντάτζε, « οι άνθρωποι δείχνουν αδυναμία να ξεφύγουν από την ίδια τη ζωή ».

Οι τραγικές εικόνες του Τσερνόμπιλ έχουν κατά καιρούς περάσει στη μικρή οθόνη μέσα από ρωσικά ντοκυμαντέρ που γυρίστηκαν σχετικά με το θέμα λίγο μετά την έκρηξη. Στο «Αθώο Σάββατο» όμως το ίδιο το συμβάν βρίσκεται στο φόντο της ιστορίας. «Ηθελα να κάνω μια ται νία για το Τσερνόμπιλ,όχι όμως μια ταινία καταστροφής» εξήγησε ο σκηνοθέτης, ο οποίος άρχισε να γράφει το σενάριο το 2005.

«Στην ουσία αυτό που μας ενδιέφερε ήταν το δράμα του ψέματος και της σιωπής. Αυτό θα έκανε τη διαφορά στη δική μας ταινία» συμπλήρωσε ο Αλεξάντρ Ροντινιάνσκι, ένας από τους παραγωγούς του «Αθώου Σαββάτου». « Γι΄ αυτό άλλωστε, ενώ το φιλμ μοιάζει να μην είναι πολιτικό, στην πραγματικότητα είναι. Το ψέμα της πολιτείας προς τον λαό, με όλα τα τεχνικά ρίσκα που συνεπάγεται,είναι μια πολιτική κίνηση ».

Το θέατρο των απόντων


Πρόσφατα ανακοινώθηκαν οι αποδέκτες των φετινών ευρωπαϊκών θεατρικών βραβείων «Premio Europa» (η τελετή απονομής θα γίνει τον Απρίλιο στην Αγία Πετρούπολη) και, όπως κάθε χρόνο την τελευταία εικοσιτετραετία (δηλ. από την ημερομηνία έναρξης του θεσμού, με πρόταση της Μελίνας Μερκούρη), έτσι και φέτος, δεν εμφανίζεται στη λίστα κανένα ελληνικό όνομα.
Και μην πάει ο νους σας σε κάποια συνωμοσία. Είναι προφανές πως, για να σε βραβεύσουν, πρέπει να σε γνωρίζουν. Και, για να σε γνωρίσουν, πρέπει να είσαι διαρκώς εκεί όπου γίνονται οι συναντήσεις, οι ζυμώσεις. Και μάλλον δεν είμαστε εκεί ή, κι αν είμαστε, δεν μας προσέχουν. Δεν θέλω να αδικήσω κανέναν. Πιο παλιά είχαμε ένα Εθνικό, ένα Θέατρο Τέχνης και αραιά και πού το Αμφιθέατρο και την Πειραματική Σκηνή, που κοιτούσαν και λίγο προς τα έξω. Σε σύγκριση με το παρελθόν, τώρα, και εννοώ τα τελευταία είκοσι χρόνια, είναι αναμφίβολα πολύ περισσότερα τα θεατρικά σχήματα που ταξιδεύουν. Και είναι λογικό. Η ενημέρωση είναι και καλύτερη και γρηγορότερη και η μετακίνηση σαφώς ευκολότερη. Αναφέρω εν τάχει μερικά απ' αυτά τα σχήματα που πρόχειρα θυμάμαι: Δόλιχος, Πασπαρτού, Πλεύσις, Χρυσοθήρες, Blitz, Νοητή Γραμμή, Ωκύπους, Στιγμή, Ηώς, Οπερα, Θέατρο της Ανοιξης, Θέατρο του Νέου Κόσμου, Χώρος, Κανιγκούντα.
ΕΥΚΟΛΗ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ, ΔΥΣΚΟΛΗ Η ΔΙΑΦΟΡΑ
Ας μη γελιόμαστε, όμως. Είναι τόσο πολλά τα φεστιβάλ, που όποιος επιμένει να ενημερώνεται και να κάνει αιτήσεις, δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρει κάπου να πάει. Συνεπώς, το θέμα δεν είναι τόσο πόσοι ταξιδεύουν (που και αυτό παίζει ρόλο, πολύ σοβαρό, εφόσον όλα τα άλλα βαίνουν καλώς) αλλά πρωτίστως ποιοι (δεν είμαστε όλοι το ίδιο), με τι πυκνότητα (δεν μπορείς να διασχίζεις τα σύνορα κάθε δέκα χρόνια), πού (δεν είναι όλα τα φεστιβάλ το ίδιο) και, βεβαίως, με τι. Στέκομαι ειδικά στο «με τι», γιατί έχει σημασία. Αυτό κάνει τη διαφορά.
Το να πας σ' ένα φεστιβάλ χωρίς να έχεις κάτι να δείξεις, τζάμπα τα έξοδα. Το θέμα είναι ν' αφήνεις κάποια ίχνη πίσω σου. Και, εάν συζητούμε για τη Λεκόντ, τους STAN, την Ιπέρ και πολλούς άλλους, είναι γιατί, φεύγοντας, μας άφησαν κάτι να τους θυμόμαστε. Απ' αυτή την άποψη μόνο ένα σχήμα στη νεοελληνική ιστορία αυτού του τόπου πληροί όλες τις προδιαγραφές του διεθνούς. Είναι το Αττις. Και βεβαίως αυτό δεν είναι τυχαίο ούτε της στιγμής.
Ο ΕΠΙΜΕΝΩΝ ΝΙΚΑ
Η καταξίωση επιτυγχάνεται μέσα από τη διάρκεια, τον προγραμματισμό και, πρωτίστως, την άποψη. Και το Αττις (βλ. Θ. Τερζόπουλος) έχει άποψη, την οποία υποστηρίζει και καλλιεργεί και, φυσικά, εξάγει. Οπως άποψη έχει και ο έτερος διεθνής μας σκηνοθέτης, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, ο οποίος, από την εποχή ακόμη που είχε το σχήμα Διπλούς Ερως (αρχές της δεκαετίας του 1980), κοιτούσε διαρκώς και προς τα έξω, όμως η διεθνής του πορεία θ' αρχίσει προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990 με τον «Αγαμέμνονα», θα συνεχιστεί με τον «Εθνικό Υμνο» και θα κορυφωθεί με το «Πεθαίνω σαν χώρα». Κάτι που, εκτιμώ, θα μπορούσε να πετύχει και ο Γ. Χουβαρδάς (ιδίως στις μέρες του «Αμόρε», με παραστάσεις όπως η «Σάρα» και η «Βερενίκη»). Το γιατί δεν το επιχείρησε, ενώ είχε πολλές και καλές επαφές, ιδίως με χώρες της σκανδιναβικής χερσονήσου, δεν το γνωρίζω.
Από κει και πέρα δυστυχώς το τοπίο σκοτεινιάζει. Καλοί σκηνοθέτες, όπως η Πατεράκη, ο Μοσχόπουλος, ο Κακλέας, ο Μαστοράκης, πληρώνουν το τίμημα της γενικότερης ανοργανωσιάς μας αλλά ενδεχομένως και μιας δικής τους αναποφασιστικότητας. Αφήνω εκτός συζήτησης τους Ελληνες της διασποράς (Γ. Κόκκος και Γ. Κουνέλλης, μεταξύ άλλων), γιατί δεν εμπίπτουν ακριβώς στη λογική του θέματος που μας απασχολεί.
Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
Κι αν στο επίπεδο σκηνοθεσίας και συμμετοχής σε φεστιβάλ κάτι γίνεται, εκεί όπου κυριαρχεί το τέλμα είναι στο νεοελληνικό έργο. Ενώ αυτή τη στιγμή μεταφράζονται και παίζονται στις σκηνές της Ευρώπης έργα από όλες σχεδόν τις «μικρές» γλώσσες (όπως κροατικά, σέρβικα, τσέχικα, γεωργιανά, σλοβένικα, φιλανδικά, δανέζικα, νορβηγικά), η ελληνική γραφή απουσιάζει, όπως απουσίαζε σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα (κάποιες σποραδικές μεταφράσεις Καμπανέλλη, Αναγνωστάκη, Μουρσελά -σ' ένα σύνολο μόλις οκτώ ονομάτων- δεν πέτυχαν απολύτως τίποτα. Κανείς δεν τις πήρε είδηση). Σίγουρα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση οι προσπάθειες που γίνονται πρόσφατα, κυρίως στα γαλλικά (με μεταφράσεις των Δημητριάδη, Ευσταθιάδη, Μαυριτσάκη κ.ά.), όμως απέχουμε πολύ από το να πούμε ότι άλλαξε η κατάσταση. Οι ξένοι δεν έχουν κανέναν λόγο να μας σνομπάρουν. Ολοι αναζητούν το καλό έργο, από οπουδήποτε κι αν προέρχεται. Και, για να μας μάθουν, κάποιος πρέπει να τους υποψιάσει.
ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΑΓΝΟΟΥΝ;
Πώς θα γίνει όμως αυτό, όταν δεν συμμετέχουμε σε καμία συντακτική επιτροπή θεατρικού εντύπου διεθνούς εμβέλειας, όταν δεν έχουμε καμία καλή οργανική θέση σε σημαντικό διεθνή θεατρικό οργανισμό, όταν απουσιάζουμε από τα μεγάλα διεθνή συνέδρια ή, κι όταν εμφανιζόμαστε, συνήθως κουβαλούμε στις αποσκευές μας κάτι αρχαιοπρεπές (ως πιο «πιασάρικο»), σνομπάροντας ακόμη και εμείς οι ίδιοι το σύγχρονο ελληνικό ρεπερτόριο; Οπως το σνομπάρουν και οι φοιτητές μας που σπουδάζουν στο εξωτερικό. Εννέα στις δέκα μεταπτυχιακές μελέτες τους στρέφονται στο αρχαίο δράμα. Και, από την άλλη, βλέπεις όλους τους «άλλους», κυρίως από τις μικρές χώρες, να είναι παντού, σε επιτροπές, συνέδρια, φορτωμένοι ενημερωτικό υλικό για ό,τι πιο σύγχρονο διαθέτουν. Και για να μη θεωρηθεί ότι υπερβάλλω, δέστε τις σελίδες που αφιερώνουν τα περισσότερα μεγάλα θεατρικά περιοδικά σε Αμερική, Γαλλία, Αγγλία και Γερμανία στο θέατρο χωρών από την ευρωπαϊκή περιφέρεια, και δέστε την κάλυψη του νεοελληνικού. Κάποιοι τίτλοι περιοδικών αρκούν: American Theatre, PAJ, TDR, Modern Drama, Theatre Journal, Yale/Theatre, Theatreforum.
Το δε θλιβερό στην όλη υπόθεση είναι ότι οι ξένοι, και σε αυτό ακόμη που θεωρούμε ως «δικό μας» χώρο, το αρχαίο θέατρο, πάλι μας αγνοούν. Ρίξτε μια ματιά στη βιβλιογραφία που χρησιμοποιούν, στις παραπομπές τους και θα καταλάβετε τι εννοώ. Και αυτή η άγνοια του τι κάνουμε επεκτείνεται και στην πρακτική. Σπάνια σύγχρονη ελληνική παράσταση αρχαίου δράματος απασχολεί τη διεθνή κοινότητα. Απασχολεί όμως η παράσταση ενός Ρονκόνι, ενός Σέλαρς, ενός Χολ, μιας Μνουσκίν. Αναμφίβολα άδικο. Γιατί πιστεύω πως, και σε επιστημονικό, και σε πρακτικό επίπεδο, έχουμε να πούμε και να δείξουμε πολλά και σημαντικά. Το θέμα είναι πώς. Τα ζητούμενα είναι πολλά, το κρατούμενο όμως είναι ένα και λέει ότι: οι μέχρι σήμερα μηχανισμοί και μεθοδεύσεις μας έχουν αποτύχει παντελώς. Ολοι μας προσπερνούν με χίλια. Καιρός να ανασκουμπωθούμε, και πρωτίστως οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς.
ΤΟ «ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΘΗΝΑ»
Θα μου πείτε, τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Γιατί όχι; Εστω και κοινότοπο, να το ξαναπούμε: τον πολιτισμό τον κρατάς όρθιο όταν όλα τριγύρω καταρρέουν. Είναι το σωσίβιό σου. Πριν από τέσσερα χρόνια ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, πρόεδρος τότε του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου και γνώστης της διεθνούς μας ανυπαρξίας, είχε τη λαμπρή ιδέα να προτείνει το «Σύστημα Αθήνα», μια πλατφόρμα για την προβολή του ελληνικού θεάτρου στο εξωτερικό. Τον πρώτο χρόνο (2007) πήρε κοντά στις 100.000 επιχορήγηση. Τον δεύτερο, μόλις και μετά βίας 41.000 και τον τρίτο 120.000 (για να πληρωθούν τα σπασμένα της προηγούμενης χρονιάς). Την ίδια στιγμή που Πολωνοί, Κροάτες, Ούγγροι, Γεωργιανοί και πολλοί άλλοι που έχουν εγκαινιάσει (ορισμένοι μιμούμενοι το ελληνικό παράδειγμα) τις δικές τους πλατφόρμες κινούνται με προϋπολογισμούς που ούτε τους φανταζόμαστε. Αρκεί να πούμε ότι οι Πολωνοί, στο πρώτο τους κιόλας showcase, ξόδεψαν κοντά στις 800.000 ευρώ. Σίγουρα δεν τους περίσσευαν. Όμως πάνω από όλα μετράει η «διπλωματία» του πολιτισμού. Πώς αλλιώς θα γνώριζε ο κόσμος τον Νεκρόσιους, τον Ερμάνις, τον Σίλινγκ ή τον Σμετς; Ολοι τους, ας το υπογραμμίσουμε αυτό, από χώρες σε κακά οικονομικά χάλια. Τυχαίο; Δεν νομίζω.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και έτσι, με τις άπειρες δυσκολίες (επιλογής αντιπροσωπευτικών παραστάσεων, οικονομικής επιβίωσης κ.λπ.), το Σύστημα Αθήνα κατάφερε να δημιουργήσει κάποιες πρώτες αναγκαίες γέφυρες με τη διεθνή θεατρική κοινότητα. Το προσμετρώ στις επιτυχίες του το ότι από τις συνολικά 33 παραστάσεις που προτάθηκαν στα τρία συνεχόμενα showcases του, εννέα προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν σε διεθνή φεστιβάλ. Επιτυχία που, βεβαίως, επιβάλλει και μια σταθερή συνέχεια, γιατί μόνο επιμένοντας μπορείς να επιβάλεις την παρουσία σου στον διεθνή χώρο. Και το ΥΠΠΟ, εφόσον θέλει όντως να βοηθήσει ν' αλλάξει η εικόνα, πρέπει να στηρίξει την προσπάθεια, η οποία από φέτος μεταφέρεται για λόγους οικονομίας σε ηλεκτρονική μορφή. Πρέπει να δει το «Σύστημα» (αλλά και το όποιο άλλο «σύστημα» στοχεύει στην εξαγωγή του ελληνικού πολιτισμού) σαν ένα αναγκαίο κανάλι επικοινωνίας, έναν άμεσο τρόπο να μας γνωρίσουν καλύτερα οι ξένοι και να πάψουν να μας θεωρούν το άγνωστο «άλλο» της Ευρώπης. 7

Κλασικά περιφρονημένα


ΑΡΑΓΕ, ΓΙΑΤΙ οι Ελληνες που επιλέγουν να υπηρετήσουν την κλασική μουσική αναγκάζονται συχνά να καταφύγουν στο εξωτερικό; Το ερώτημα επανατίθεται απαράλλαχτο από την εποχή του Μητρόπουλου και της Κάλλας έως αυτήν του Καβάκου και του Κουρεντζή.
Μπορεί να απαντηθεί με δύο τρόπους. Ο ένας είναι ωμά και κοφτά, με ανιστόρητους, εκ του πονηρού συνοπτικούς αφορισμούς του τύπου «η κλασική μουσική και η όπερα δεν έχουν πέραση στην Ελλάδα γιατί δεν ανήκουν στην παράδοσή μας», όμως αμφότερες έχουν στη χώρα μας μακρύτερη παρουσία και ιστορία απ' ό,τι το ρεμπέτικο! Ο άλλος τρόπος είναι αναλυτικά, μέσω κριτικών θεωρήσεων που θίγουν προβληματικές και δυσάρεστες όψεις του πολιτιστικού βίου μας. Στην ουσία το εύφλεκτο ερώτημα μετατίθεται σχεδόν αυτούσιο στο γιατί δεν υπάρχει δουλειά γι' αυτούς τους καλλιτέχνες στην Ελλάδα και γιατί η κλασική μουσική έχει παραγκωνιστεί και δυσφημισθεί στη χώρα μας σήμερα. Ιδού μερικές απαντήσεις:
Συχνά λέγεται ότι η κλασική μουσική αφορά μια τελείως περιορισμένη ελίτ και συνεπώς τα αντίστοιχα μεγέθη της μουσικής ζωής σε μια χώρα πληθυσμού 11 εκατομμυρίων δεν αρκούν για να συντηρήσουν κάτι καλύτερο. Ομως, αν σκεφτούμε τι επιπέδου και μεγεθών μουσική ζωή έχουν χώρες με περίπου ίδιους ή και μικρότερους πληθυσμούς - π.χ. Βέλγιο, Ολλανδία, Αυστρία, Σλοβακία, Δανία, Τσεχία, Δημοκρατίες της Βαλτικής- αντιλαμβανόμαστε ότι οι απαντήσεις βρίσκονται αλλού.
Στη Ελλάδα δεν παρέχεται εκπαίδευση ακαδημαϊκού επιπέδου για επαγγελματίες μουσικούς στο πεδίο της κλασικής μουσικής. Στενά συνδεδεμένες προς το γενικότερο ενδημικό πρόβλημα της παιδείας στη χώρα μας, οι κατά καιρούς αποτυχημένες κινήσεις ίδρυσης μουσικής ακαδημίας -την τελευταία δεκαετία άλλη μια τέτοια ξεφούσκωσε άδοξα- έχουν προσκρούσει στην απουσία ανθρώπων και σε πρόχειρους, ανεπαρκείς σχεδιασμούς. Η μονοπώληση της παροχής επαγγελματικής μουσικής εκπαίδευσης από τα ωδεία αποτελεί στρεβλή κληρονομιά του μεσοπολέμου, η οποία παγιώθηκε μεταπολεμικά και έχει διαιωνισθεί σε καθεστηκυία κατάσταση, υποστηριζόμενη ευρέως από δίκτυα συμφερόντων. Η κατάσταση αυτή μοιραία θέτει ένα περιοριστικό άνω όριο στο επίπεδο μουσικής παιδείας για την πλειονότητα των διδασκομένων και βεβαίως οδηγεί κάθε ταλαντούχο σολίστα ή τραγουδιστή με προοπτικές να αναζητήσει την ολοκλήρωση της παιδείας του στο εξωτερικό. Οι καλύτεροι, ανθεκτικότεροι, εργατικότεροι και εξυπνότεροι ουδέποτε επιστρέφουν.
Μια ιδανική επαγγελματική εξέλιξη θα έπρεπε να εγγυάται σε κάθε προικισμένο έλληνα μουσικό ή τραγουδιστή την πρόσβαση αν όχι στα μουσικά σύνολα, τουλάχιστον όμως στα προγράμματα και τις παραγωγές ενός από τους βασικούς, κρατικούς μουσικούς θεσμούς (ΚΟΑ, ΚΟΘ, ΕΛΣ, ΕΡΤ). Ομως οι θεσμοί αυτοί είναι λίγοι και συνεπώς δεν μπορούν να τους απορροφήσουν. Επιπλέον, η έντονα λαϊκιστική τροπή των εξελίξεων στη μουσική ζωή της χώρας από τη μεταπολίτευση και εξής ανέκοψε τη διάχυση του ενδιαφέροντος για την κλασική μουσική στην περιφέρεια. Σε άλλες χώρες, πόλεις του μεγέθους της Πάτρας, του Ηρακλείου και των Ιωαννίνων θα συντηρούσαν άνετα δικές τους ορχήστρες, ενώ μια Θεσσαλονίκη θα είχε δική της όπερα με ορχήστρα και σύνολο τραγουδιστών.
Μείζονα παθογένεια του χώρου συνιστά η επικράτηση συντεχνιακών στεγανών και κλειστών ομάδων. Ουσιαστικά πρόκειται για τη βαθμιαία, έμμεση μετατροπή των παλαιών νομικών συνθηκών προστασίας του μουσικού επαγγέλματος σε συστήματα περιχαράκωσης επαγγελματικών συμφερόντων. Ομάδες που καθίστανται κυρίαρχες μέσω συνδικαλιστικών ή άλλων μεθοδεύσεων και συναλλαγών επιβάλλουν πλαγίως και αφανώς, με νομότυπες διαδικασίες, επιλογές που υποστηρίζουν απολύτως τα συμφέροντά τους. Η συχνή επανάληψη επωνύμων και η ύπαρξη πλεγμάτων συγγενικών σχέσεων στις τάξεις των μουσικών που υπηρετούν σε ορχήστρες και σύνολα φωτογραφίζουν το διαιωνιζόμενο... κληρονομικό καθεστώς διαδοχής.
Σε βαθύτερη, συνοπτικότερη θεώρηση, αυτή η θλιβερή κατάσταση οφείλεται στην παντελή αδιαφορία όλων -δίχως εξαίρεση!- των κυβερνήσεων και των υπουργών Πολιτισμού της περιόδου της μεταπολίτευσης για σύνταξη και άσκηση ουσιαστικής, συνεπούς εθνικής πολιτιστικής πολιτικής στο πεδίο της κλασικής μουσικής. Ως συνέπεια αφ' ενός ο χώρος αφέθηκε παντελώς και σκόπιμα ανυπεράσπιστος στη διογκούμενη επέλαση του λαϊκισμού, αφ' ετέρου παραδόθηκε απροσχημάτιστα στην αμφιλεγόμενων στόχων και συμφερόντων ιδιωτική πρωτοβουλία.
Με άλλα λόγια έχει υπονομευθεί ριζικά η σχέση της κλασικής μουσικής με το φυσικό, αστικό -ας θυμηθούμε ότι ο όρος αυτός δεν είναι πάντα προς ψόγον!- κοινό της. Στην παρούσα, ασφυκτικά δυσμενή συγκυρία είναι πλέον σαφές ότι οι ευκαιρίες έχουν χαθεί και οι καιροί που οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες θα επέτρεπαν να ασκηθεί ουσιαστική πολιτιστική πολιτική έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Στη γενικότερη διαμόρφωση των αρνητικών συνθηκών που τελικά ωθούν τους νέους ταλαντούχους μουσικούς και λυρικούς τραγουδιστές να φεύγουν στο εξωτερικό έπαιξε έμμεσο, παθητικό μεν, πλην βαρύνοντα ρόλο και το Μέγαρο Μουσικής. Η περίοπτη, ανεξέλεγκτα πληθωρική δράση του στρέβλωσε ισορροπίες και ανακαθόρισε βίαια τη θέση της κλασικής μουσικής στον πολιτιστικό βίο της χώρας, ανασυσχετίζοντάς την με κοινωνικά συμφραζόμενα που βρίσκονταν σε διαμετρικά αντίθετη θέση προς το κυρίαρχα λαϊκιστικό στίγμα της δημόσιας ζωής. 7

Πέμπτη

Οταν ο Μάνος συνάντησε τον Κλάους Νόµι

Ολη η οµάδα ερµηνευτών της µουσικής παράστασης «Χωρίς  ∆ιαβατήριο» της Μέµης Σπυράτου
Εικόνες από άγρια τοπία, χωρίς βλάστηση, και παραλίες όπου γυναίκες στα λευκά βιώνουντον έρωτα αλλά και την απώλεια, προβάλλονται όσο µια παρέα ερµηνευτών µε ένα πιάνο στήνουν ένα αφιέρωµα στον Κύκλο του CNS του Μάνου Χατζιδάκι και στον Κλάους Νόµι. Λαθραία θα εισβάλουν και άλλα τραγούδια, σονέτα του Σαίξπηρ, ποιήµατα του Σέλεϊ. Ολα αυτά σε µια παράσταση που προσκαλεί «Χωρίς ∆ιαβατήριο» το κοινό του PassPort στις 8, 15 και 22 Φεβρουαρίου και 1 Μαρτίου.

«Ο βαρύς ουρανός, η απέραντη θάλασσα ενέπνευσαν τον Μάνο Χατζιδάκι για τον Κύκλο του CNS, ο οποίος µε τη σειρά του ενέπνευσε εµένα στη δηµιουργία της εικόνας και στη συνέχεια της παράστασης», λέει στα «ΝΕΑ» η σκηνοθέτις Μέµη Σπυράτου. Η µουσική συναντά τον λόγο και την εικόνα στην παράσταση που «γεννήθηκε» από την αγάπη της ίδιας για το συγκεκριµένο έργο: «Είναι από εκείνες τις παραστάσεις που ο σύγχρονος άνθρωπος έχει ανάγκη για να ταξιδέψει µε όµορφες µελωδίες και να ξεχάσει την κρίση».

«Οσες φορές ακούσαµε αυτά τα τραγούδια ήταν απόερµηνευτές µε κλασική παιδεία. Αυτή τη φορά, τα ερµηνεύει η ηθοποιός Αθηνά Ντανέλη», προσθέτειη Μέµη Σπυράτου. Η ίδια θα αναλάβει, µαζί µε τον Γιώργο Χρονά, το κοµµάτι του λόγου στην παράσταση, θα διαβάσουν τη βιογραφία του Μάνου Χατζιδάκι, καθώς και αποσπάσµατα απ’ όσα έχει πει. Η Αθηνά Ντανέλη θα ερµηνεύσει το «Με πνίγει ετούτη η θάλασσα», «Στην αποβάθρα», «Θα περιµένω», «Εγώ είµαι ένα σύννεφο» και πίσω της σε οθόνη θα προβάλλονται ταινίες της Μέµης Σπυράτου. «Οι ταινίες είναι ανθρωποκεντρικές. Ακούγεταιο άνεµος, βλέπουµε τη θάλασσα, το κύµα, τοπία άγρια... ∆εν υπάρχουν λόγια, παρά µόνο βλέµµατα και εικόνες που προκαλούν σε κάθε θεατή διαφορετικά συναισθήµατα», σχολιάζει η σκηνοθέτις. Στις ταινίες παίζουν οι Μίνα Κουτσούκου - Αργυράκη, Μαντώ Θεοφιλάκου, Πηνελόπη Ντρέκη, ∆ανάη Λαζοπούλου, Κωστής Καιροφύλακας, Χριστίνα Κλουκίνα. Το αφιέρωµα θα συνεχιστεί µε τη βιογραφία του Κλάους Νόµι, ο οποίοςδιαθέτοντας την γκάµα του κόντρα - τενόρου σφράγισε µε την ερµηνεία του τραγούδια όπως το «Cold Song», άρια του Χένρι Πέρσελ απότηνΟπερα «Βασιλιάς Αρθούρος». «Πίστευα ότι δύσκολα θα µπορούσε άλλος να τα ερµηνεύσει µέχρι που άκουσα τον Χρήστο Θεοφιλάτο, επίσης και ηθοποιό», λέει η Μέµη Σπυράτου.

Ορχήστρα δεν θα υπάρχει παρά µόνο ένα πιάνο (Νίκος Πλάτανος). «Θέλαµε να διατηρήσουµε την ατµόσφαιρα του οικείου». Στην παρέα των ερµηνευτών βρίσκονται και οι δύο 20χρονοι Σταύρος Νιφοράτος και Νεφέλη Κουρή.

Το δεύτερο µέρος της παράστασης καταλαµβάνουν τραγούδια από το θέατρο και τον κινηµατογράφο, λαϊκά και ρεµπέτικα, φάντος και γκρεκάνικα. Ανάµεσά τους και κοµµάτια των Μίκη Θεοδωράκη, Σταµάτη Κραουνάκη, Λίνας Νικολακοπούλου, Λευτέρη Παπαδόπουλου, Βασίλη Τσιτσάνη. «Ηρθαν χωρίς... διαβατήριο. Οπως συµβαίνει όταν ξαφνικά ανακαλούµε τραγούδια, που από µόνα τους διεκδίκησαν τον χώρο τους» λέει η σκηνοθέτις.
< INFO
«Χωρίς Διαβατήριο» στο PassPort (Καραΐσκου 119, Πλατεία Κοραή, Πειραιάς, τηλ. 210-4296.401) στις 8, 15 και 22 Φεβρουαρίου και 1 Μαρτίου (21.00)

Ποια είναι η µητέρα και ποια η κόρη;

Η 48χρονη Ντέµι Μουρ και η 16χρονη κόρη της Ταλούλα Μπελ παρακολουθούν επίδειξη µόδας στη Βραζιλία. Η Ντεµί κάθεται αριστερά (απαραίτητη διευκρίνιση)
Η Ταλούλα Μπελ είναι αυτό το 16 χρόνων δροσερό κορίτσι, µε το πολύ λαµπερό πρόσωπο, τα µακριά εβένιναίσια µαλλιά και όλη την κοµψότητα που της επιτρέπει η λεπτή, φίνα σιλουέτα της. Η κόρη της Ντέµι Μουρ και του πρώην συζύγου της Μπρους Γουίλις.

∆ίπλατης, η µαµάτης. Η Ντέµι Μουρ, η οποία χάρη σε αισθητικές επεµβάσεις κόστους περίπου 258.000 ευρώ δείχνει περίπου όπως η κόρη. Καθώς κάθονται και οι δύο δίπλα δίπλα στην πρώτη σειρά µιας επίδειξης µόδας παρατηρεί κανείς τις οµοιότητες ανάµεσα στο κορίτσι και την κυρία Μουρ, ετών 48.

Είναι ντυµένες περίπου το ίδιο. Κοντές φούστες, ψηλά τακούνια. Με µακριά µαύρα µαλλιά,µάνα και κόρη µοιράζονται τις ίδιες στυλιστικές απόψεις.

Ποια είναι η βασική διαφορά ανάµεσα στις δύο κυρίες; Οτι η Ταλούλα έτσι γεννήθηκε, η Ντέµι όχι.

Η Ντέµι Μουρ, σύµφωνα µε όσα λέγονται – και σηµειώνει και η «Daily Mail» – έχει κάνει λιποαναρρόφηση στους γοφούς, τους µηρούς και το στοµάχι, έχει προσθέσει εµφυτεύµατα στο στήθος και µια χολιγουντιανής παραγωγής πλαστική προσώπου.

Αυτό που µάνα και κόρη παρακολουθούν µε µεγάλη αφοσίωση είναι η πασαρέλα του βραζιλιάνικου οίκου Colci, όπου συµµετείχε και ο ηθοποιός Αστον Κούτσερ, ο 32χρονος σύζυγος της Ντέµι.

Με την ευκαιρία της επίσκεψης στη Βραζιλία (όπου οι πλαστικές επεµβάσεις είναι καθηµερινότητα) ηΝτέµι Μουρ βρήκε την ευκαιρία να δηλώσει πως τώρα που πλησιάζει τα 50 νιώθει πιο ικανοποιηµένη από το σώµα της από οποιαδήποτε άλλη φορά.

Παλιότερα, είπε,είχε ψύχωση µε την εικόνατης. Προσπάθησε να επιβληθεί στοσώµα της, αλλάζοντάς το πολλές φορές µε διάφορες επεµβάσεις. «Αλλά ποτέ δεν κράτησε», εξοµολογήθηκε. «Η ειρωνεία είναι πως µε το που εγκατέλειψα την επιθυµία µου να αλλάζω το σώµα µου έγινε αυτό ακριβώς το σώµα που ονειρευόµουν», είπε η ηθοποιός, η οποία προφανώς βρέθηκε αντιµέτωπη µε τη σκληρή πραγµατικότητα των ρόλων των γυναικών µιας κάποιας ηλικίας, ειδικά όταν αυτή φαίνεται – και δεν... της φαίνεται επίσης.

Το τέταρτο κουδούνι

Μετά τον ∆ηµήτρη ∆ηµητριάδη άλλος ένας δικός  µας άνθρωπος θα περάσει µε έργο του θεατρικό την πόρτα της ιστορικής Κοµεντί Φρανσέζ:  η εκλεκτή Μαρία Ευσταθιάδη (φωτογραφία),  πεζογράφος και µεταφράστρια που τα τελευταία χρόνια έχει ξανοιχτεί µε επιτυχία και στο  θέατρο. Το έργο της «∆αίµονας / Sostenuto  Assai Cantabile» επελέγη για τον κύκλο «Σύγχρονοι Θεατρικοί Συγγραφείς» και θα  παρουσιαστεί στο Παρίσι αύριο σε  µετάφραση Αν-Λορ Μπριζάκ και  σκηνοθεσία Μαρκ Πακέν µε την  Κλοτίλντ ντε Μπεϊζέ. Εξω, ως γνωστόν, πάµε καλά…
Συνεχίζει να γοητεύει. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαµάντης.

Του Γιώργου ∆.Κ. Σαρηγιάννη

Τη σύνθεση «Φτωχοί και άγιοι» των Αντώνη και Κωνσταντίνου Κούφαλη– θεατροποίηση των διηγηµάτων του «Το χριστόψωµο», «Η σταχοµαζώχτρα», «Η Ντελησυφέρω», «Ο Αµερικάνος» και«Ο πολιτισµός εις το χωρίον»– θ’ ανεβάσει µε µια καινούργια οµάδα ηθοποιών στην Θεατρική Σκηνή «Ζωή Λάσκαρη» του «Αθηναΐς» η Ανδροµάχη Χρυσοµάλη (φωτογραφία), ηθοποιός απ’ το 1991 – απόφοιτος της δραµατικής σχολής Βεάκη –, η οποία ξανοίγεται για πρώτη φορά στη σκηνοθεσία.

Στην παράσταση, η οποία θ’ ανοίγει µ’ έναν «πρόλογο» - σύνθεση από επιστολές του Παπαδιαµάντη στον πατέρα του και αποσπάσµατα άλλων διηγηµάτων του, αυτοβιογραφικού χαρακτήρα, που ’χει προσθέσει η ίδια η σκηνοθέτρια, τα σκηνικά – µε βασικό ένα δέντρο µε καρβέλια – έχει αναλάβει ο Γκάι Στεφάνου, τα κοστούµια η Τατιάνα Σουχορούκωφ και τους φωτισµούς ο Σάκης Μπιρµπίλης. Θα παίζουν – η πρεµιέρα στις 28 Φεβρουαρίου – Γιώργος Παπαστυλιανός, Χρήστος Τακτικός, Ανδριάνα Χαλκίδη, Στέλλα Χατζηµιχελάκη, Ανδροµάχη Χρυσοµάλη, Λεωνίδας Χρυσοµάλης.

Η συγκεκριµένη
διασκευή – πρώτη απόπειρα στο θέατρο των καβαλιωτών αδελφών Κούφαλη, την οποία τότε υπέγραφε µόνον ο Κωνσταντίνος – έχει πρωτοπαρουσιαστεί τη σεζόν 1998-’99 απ’ το ∆ΗΠΕΘΕ Καβάλας σε σκηνοθεσία ∆αµιανού Κωνσταντινίδη –, στην παράστασηµάλιστα συµµετείχε ως ηθοποιός η Ανδροµάχη Χρυσοµάλη– ενώ την ανέβασε κι ο Τάκης Τζαµαργιάς το 2008-2009 στην Κύπρο, στην Λεµεσό – στην εκεί δραστήρια ΕΘΑΛ.

Σηµειώστε
πως απ’ τουςακαταπόνητους αδελφούς Κούφαλη, που συνεχίζουν να ζουν µόνιµα στην Καβάλα, τη φετινή σεζόν περιµένουµε – από αρχές Μαΐου στο«Πορεία» του ∆ηµήτρη Τάρλοου και σε σκηνοθεσία ΚοσµάΦοντούκη – ένα ακόµα έργο τους, το «Μικρό λεξικό ανωµάλων», παράσταση που πρωτοπαίχτηκε το περασµένο καλοκαίρι στην Καβάλα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Φιλίππων - Καβάλας. Ενώ το Εθνικό έχει συµπεριλάβει στις φετινές «Αναγνώσεις» του που οργανώνειη Σίσσυ Παπαθανασίου – αρχές Μαΐου επίσης – και σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού το έργο τους «Συγχώρεσέ µε».

«Το τρίτο
στεφάνι» του Ταχτσή στην Αθήνα, στο Εθνικό, πέρσι; Μεγάλη επιτυχία – έσπασαν τα ταµεία; Γιατί, σου λέει, να µην κάνουµε κι εµείς την «Λωξάντρα» στο ΚΘΒΕ, στη Θεσσαλονίκη; Που ‘ναι, ως πόλη, και πιο «λάγνα Ανατολή», πιο κοντά στην Πόλη της Μαρίας Ιορδανίδου.

∆ε µου το βγάζετε
απ’ το µυαλό πως αυτό ήταν το σκεπτικό για την επιλογή του συγκεκριµένου έργου – που και πολύ αγαπήθηκε,και πιο «γραφικό» είναι απ’το «Τρίτο στεφάνι», και τηλεοπτική σειρά που «’γραψε» έχει γίνει. Και να την, η «Λωξάντρα», διά χειρός του ικανού Ακη ∆ήµου (φωτογραφία στη στήλη δεξιά) θεατροποιηµένη, στην Θεσσαλονίκη. Και να τα, τα ταµεία να σπάνε κι εκεί,απ’ ό,τι διαβάζω – την είδα την παράσταση αλλά εγώ φίσκα το «Βασιλικό», όπου παίζεται, δεν το ‘δα, ίσως γιατί τη µέρα που πήγα ήταν του Αϊ-Γιαννιού.

Τώρα, αν αυτό είναι σκεπτικό για το ρεπερτόριο ενός κρατικού Θεάτρου αυτό σηκώνει συζήτηση µεγάλη – πόσω µάλλον όταν πρόκειται για περίοδο που και τα κρατικά Θέατρα έχουν ν’ αντιµετωπίσουν την οικονοµική κρίση... Οσο για τη βουλιαγµένη στα σύµβολα παράσταση του Σωτήρη Χατζάκη, καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ, που έως και τον... «Λεπρέντη» του Χουρµούζη έχει εµπλέξει στα δρώµενα, ας µην τη συζητήσω...

Αρκετά «κακός» έχω γίνει, που µπορεί ακόµα και στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη να καταφύγουνοι εµπλεκόµενοι ζητώντας προστασία – δεν πρόκειται γιασουρεαλιστική σκέψη, µη γελάτε, έχει συµβεί! Αφού, άλλωστε, η παράσταση αρέσει στο κοινό... ∆εν είδατε τι προσέλευση είχαν, όπως έχει, εξάλλου, επισηµανθεί,οι καλοκαιρινοί «Αχαρνής» παρά τα όσα περί «κιτς» γράφτηκαν στον Τύπο; Τοκοινό είναι που αποφασίζει. Κι ο πελάτης έχει πάντα δίκιο...

∆εν ξέρω
αν κάποιοι θα διαφωνήσουν µαζί µου – όπως συνέβη µε τον «Ληρ» του.

Αλλά η παράσταση που ’κανε ο Στάθης Λιβαθινός στην Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών του Ιδρύµατος Ωνάση µε τον «Θάνατο του ∆αντόν» – αυτό το, κατά τη γνώµη µου, δύσκαµπτο, φλύαρο έργο τουΜπίχνερ –, µια «χορογραφία» µε καταπληκτικά γκρουπαρίσµατα και συγκλονιστικέςκορυφώσεις που ξεσηκώνουν, µε συνεπήρε. Κι όλο το κοινό– αν κρί νω απ’ το χειροκρότηµα στο φινάλε.

Τα εκπληκτικά
κοστούµια της Ελένης Μανωλοπούλου που ’παιξε πάνω σε σύγχρονα ρούχα µε τα χρώµατα της Tricolore – της τρίχρωµης σηµαίας της Γαλλικής Επανάστασης και της Γαλλικής ∆ηµοκρατίας – µε κορυφαίο το κόκκινο του Ροβεσπιέρου - Βασίλη Ανδρέου, οι συναρπαστικοί φωτισµοί του Αλέκου Αναστασίου µε τα πρόσωπα να ξεκολλούν µέσα από«οµίχλες», µέσα απ’ το πουθενά της ιστορίας, οι εξαιρετικές µουσικές του Μπλέιν Ράινινγκερ µε τις ιλιγγιώδεις παραλλαγές του πάνω στη «Μασσαλιώτιδα», οι ερµηνείες του συνόλου των ηθοποιών του, ηθοποιών που ο Στάθης Λιβαθινός (φωτογραφία) ξέρει να επιλέγει και να οδηγεί – όλα – µε κράτησαν στην τσίτα πάνω από δυο ώρες. Και η Μαρία Ναυπλιώτου - Λιµπερτέ µεγαλειώδης, τυλιγµένη στη γαλλική σηµαία, ναµε γυρίζει στο Ηρώδειο του 1983. Με την Μάγια Πλισέτσκαγια, τυλιγµένη επίσης στην Τρίχρωµη και υπό τους ήχους της «Μασσαλιώτιδας», να προβάλει απ’ την αριστερή κουίντα µε το χέρι τεταµένο, συνταρακτική – ρίγος! – στην «Ιζαντόρα» του Μορίς Μπεζάρ.

Και µια παράλειψη
που επανορθώνω. Ηβασική φωτογραφία στο περασµένο «Τέταρτο Κουδούνι» – απ’ την παράσταση «Γκρηκ Ηλέβεν» – ήταν © Τσαλαπετεινός, blogger.


Προ 50ετίας

Ο θεατρικός
συνεργάτης των «ΝΕΩΝ» γράφει τα εξής: Πραγµατοποιήθηκε, επί τέλους, χθες στο Εθνικό «Η επίσκεψις της γηραιάς κυρίας» του Φρίντριχ Ντύρρενµαττ. Πρωτοποριακό έργο. Καινούργιο στη µορφή, αλλά και µε περιεχόµενο. Μιατραγική κωµωδία, µεσκληρό σαρκασµό. Επί πλέον: µεγάλο θέαµα κι επιµονή στο παράδοξο, που φτάνει στο γκραν γκινιόλ. Κύριος στόχος η παντοδυναµία του χρήµατος. Ανεβάσθηκε µ’ επιτυχία από τον Αλέξη Μινωτή. Από το µέγα πλήθοςτων ηθοποιών ξεχώρισαν Παξινού, Μινωτής, Αρης Βλαχόπουλος, Καλλέργης και Γιαννούλης. Καλλιτεχνικός άθλος, τα σκηνικά του Τσαρούχη.

* 3 Φεβρουαρίου 1961. Αληθινή δηµιουργία η ερµηνεία της κ. Παξινού (φωτογραφία). Είχε τη σκληρότητα, το«απρόσωπο» και την υπεροψία, που της χαρίζει η συνείδηση της υπεροχής της απέναντι σ’ ένα κόσµο που τον κινεί κατά το κέφι της, χάρις στο χρήµα που διαθέτει αλλά και περνούσε µε καταπληκτική ευκολία και πειστικότητα στην νοσταλγική αναπόληση και την αισθηµατική τρυφερότητα. (Από την κριτική του Βάσου Βαρίκα γιατην παράσταση «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας»).

8 Φεβρου-
αρίου 1961. 
ΤΑ ΝΕΑ 

Πέθανε η Μαρία Σνάιντερ

Η Μάρια Σνάιντερ στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Χιχόν το 2000.


Την τελευταία της πνοή άφησε η γαλλίδα ηθοποιός Μαρία Σνάιντερ, πρωταγωνίστρια της ταινίας «Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι». Η οικογένειά της ανακοίνωσε ότι υπέκυψε ύστερα από μακρά ασθένεια. Η Σνάιντερ ήταν 58 ετών.

Στα 19 της, πρωταγωνίστησε στην ταινία του Μπερνάντο Μπερτολούτσι δίπλα στον Μάρλον Μπράντο. Η ταινία βγήκε στις αίθουσες το 1972.




Η Σνάιντερ θα ενταφιαστεί στο κοιμητήριο Περ-Λασέζ του Παρισιού. 

Τετάρτη

ΖΩΝΤΑΝΑ Ρεσιτάλ κιθάρας



Η Ελενα Παπανδρέου δίνει στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Βασ. Σοφίας και Κόκκαλη 1, τηλ. 210-7282.333) στις 20.30 ένα ρεσιτάλ κιθάρας. Η διεθνώς καταξιωµένη σολίστ θα ερµηνεύσει σε πρώτη εκτέλεση το έργο του Γιώργου Κουµεντάκη «Το ισοκράτηµα ενός τρελούγέρου» για µπαγιάν και κιθάρα(παραγγελία του Οργανισµού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών). Στο µπαγιάν (ακορντεόν κοντσέρτου) οΚωνσταντίνος Ράπτης. Εισιτήρια: 5(φοιτητικό), 12 και 20 ευρώ.

* Ο ∆ήµος Αναστασιάδης αρχίζει τις εµφανίσεις του στον «Σταυρό του Νότου- Club» (Φραντζή και Θαρύπου 35-37, ΝέοςΚόσµος, τηλ.

210-9226.975) στις 22.00, µε αφορµή το νέο άλµπουµ του «Αντίθετη τροχιά». * Στην Κεντρική Σκηνή του«Σταυρού του Νότου» εµφανίζεται ο Παντελής Θαλασσινός στις 22.30.Μαζί του, η Μάρθα Μαυροειδή. Εισιτήριο:

15 ευρώ.

* Ο Λάκης Παππάς ερµηνεύει τα έργα του Χατζιδάκι «Ματωµένος γάµος» και «Παραµύθι χωρίς όνοµα» στο «Ενθύµιον» (Αγ. Λαύρας 56, Ανω Πατήσια, τηλ. 210-2022.256) στις 22.00. Εισιτήριο: 12 ευρώ.

* Οι The Callas παρουσιάζουν τραγούδιααπό το τρίτο τουςάλµπουµ «Objekt» στο «Studio» (Μιλτιάδου 18, 4ος όροφος, τηλ. 210-3314.923) στις 21.00. Εισιτήριο: 15 ευρώ.

* Ο Ντάνιελ Κρόφορντ και το τρίο του έρχονταιστην Αθήναστο «HalfΝote Jazz Club» (Τριβωνιανού 17, Μετς, τηλ.

210-9213.360) στις 22.30. Ο «πρίγκιπας της Νέας Ορλεάνης» – πιανίστας, οργανίστας και περφόρµερ – αγγίζει όλες τις πτυχές της roots music και ερµηνεύει παραδοσιακή τζαζ, γκόσπελ,φανκ, ρυθµ εντ µπλουζ. Εισιτήρια: από 15 (φοιτητικό) έως 30 ευρώ.
INFO
Η Ελενα Παπανδρέου σε ένα ρεσιτάλ κιθάρας στις 20.30 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Βασ. Σοφίας και Κόκκαλη 1, τηλ. 210-7282.333).

< ΣΤΗ ΣΤΕΓΗΓΡΑΜΜΑΤΩΝΚΑΙ ΤΕΧΝΩΝ Μπετόβεν και Γκόγια συναντούν το πιάνο και τα multimedia

  
Η πιανίστρια Λορέντα Ράµου

Μπορεί ο ισπανός ζωγράφος και χαράκτης Γκόγια και ο αυστριακός συνθέτης Μπετόβεν να µη συναντήθηκαν ποτέ, η ζωή τους όµως παρουσιάζει οµοιότητες. Τις οποίες θα γνωρίσει το κοινό της Στέγης Γραµµάτων και Τεχνών του Ιδρύµατος Ωνάση σ’ έναν «διάλογο» µεταξύ εικόνας και µουσικής, ψηφιακής τέχνης και πιάνου.

Οι νέες τεχνολογίες συνεργάζονται µε την κλασική µουσική για να φέρουν στη σκηνή την παράσταση «Γκόγια - Μπετόβεν: δρόµοι σιωπής». Η ιδέα ανήκει στην πιανίστα Λορέντα Ράµου, η οποία και επιµελήθηκε την παρουσίαση αυτής της «συνάντησης».

«Κοινό τους σηµείο, εκτός από τον κοινωνικό τους περίγυρο και τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, είναι η κώφωση. Αποµονωµένοι στη “σιωπή” τους, δηµιουργούν τα σπουδαιότερα έργα τους», λέει στα «ΝΕΑ» η Λορέντα Ράµου, η οποία θα ερµηνεύσει στο πιάνο τις Μπαγκατέλες, τις Σονάτες αρ. 12 και αρ. 31 του Μπετόβεν.

«Εκείνη την περίοδο, ο Γκόγια ζωγραφίζει τους “Μαύρους πίνακες”, φυλακές και µπουντρούµια και ο Μπετόβεν συνθέτει τα τελευταία κουαρτέτα εγχόρδων και σονάτες για πιάνο».

Η ίδια κάλεσε την οµάδα Medea Electronique, γνωστή για τους πειραµατισµούς µε νέα µέσα και ηλεκτρονικό ήχο, για να δηµιουργήσει βιντεοπροβολές, µε έργα του Γκόγια από µουσεία στην Ισπανία και σε όλο τον κόσµο και ηχογραφήσεις έργων Μπετόβεν και ισπανικής µουσικής του 18ου και 19ου αιώνα. Γράµµατα του Μπετόβεν και του Γκόγια προς συγγενείς και φίλους θα διαβάσει ο Γιάννης Ευαγγελίδης.

«Οταν παρουσιάζεται όλο αυτό το πλέγµα επί σκηνής, ο θεατής ακούει διαφορετικά το κλασικό έργο. Οι νέες τεχνολογίες µπορούν να συνδυαστούν µε την κλασική µουσική, αρκεί να είναι καλή η πρωταρχική ιδέα», σχολιάζει η Λορέντα Ράµου, το ρεπερτόριο της οποίας εκτείνεται από τον Μπαχ και τον Μότσαρτ µέχρι τα happenings του κινήµατος Fluxus και έργα που συνδυάζουν το πιάνο µε ηλεκτρονικούς ήχους. Το προσωπικό δράµα του Μπετόβεν κορυφώνεται την εποχή που γράφει τη Σονάτα έργο 26, το οποίο θα ακουστεί στη σκηνή. Αµέσως µετά προβάλλεται βίντεο µε έργα µε πολιτικές καταβολές: τους πίνακες για την εξέγερση της 2ας και 3ης Μαρτίου 1808 στη Μαδρίτη και τις οξυγραφίες των «∆εινών του Πολέµου» του Γκόγια µε την «Ηρωική Συµφωνία» του Μπετόβεν.
INFO
Παράσταση «Γκόγια - Μπετόβεν: δρόµοι σιωπής», στη Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών του Ιδρύµατος Ωνάση (Λεωφ. Συγγρού 107-109, τηλ. 210-9005.800) στις 5 και 6 Φεβρουαρίου (21.00). Εισιτήρια: 15 (φοιτητικό) και 25 ευρώ

ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ Περί ποίησης και τεµπελιάς

Κατάµεστο το θεατράκι  του «Gazarte» για τη βραδιά  ποίησης «Ενας Λόγος  παραπάνω»
Βραδιά ποίησης, Δευτέρα βράδυ, σε µια Αθήνα χωρίς µεταφορικά µέσα;
Δύσκολο… Αυτό σκεπτόµουν καθώς κατηφόριζα στον έρηµο δρόµο κοντά στην κεντρική πλατεία του Μετρό στο Γκάζι.

Στο θεατράκι του «Gazarte» (δίπλα ακριβώς στην αίθουσα συναυλιών) έλαβε χώρα βραδιά ποίησης µε καλεσµένο τον Ντίνο Χριστιανόπ ουλο καιοικοδεσπότες τη Λίνα Νικολακοπούλου και τον δηµοσιογράφο Αρη Σκιαδόπουλο, που είναι οι µόνιµοι οικοδεσπότες της σειράς «Ενας λόγος παραπάνω».


Πέρυσι το δοκίµασε για πρώτη φορά στο «Zoom» η Λίνα Νικολακοπούλου µε µάλλον αµφίβολα αποτελέσµατα (αν και δεν περίµενε κανείς το ευρύ κοινό) και φέτος το τόλµησε ξανά σε νέα στέγη, ζεστή. Τελικά όποιος επιµένει µπορεί και ναπετύχει. Ανκαι ήταν η πρώτη φορά (µας το είπαν οι ίδιοι) που η σειρά τιµήθηκε από τόσο µεγάλο ακροατήριο.

Ωρα 8.45 µ.µ. και το θέατρο µοιάζει µε φορτωµένο λεωφορείο σε ώρα αιχµής. Απίστευτο;Mέσα στον κόσµο διακρίνω τη Χαρούλα Αλεξίου, τη Νόνικα Γαληνέα, τον Γρηγόρη Ψαριανό, τον Γιώργο Χρονά, ανθρώπους του ραδιοφώνου, την τραγουδίστρια Ελεονώρα Ζουγανέλη. Το κοινό «µεικτό», απόπολύ νεαρά άτοµα µέχρι και «ώριµα» ζευγάρια από 40 και άνω.

Επρεπε να το περιµένω (σκέφτοµαι).Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος δεν µιλάει εύκολα, ούτε κατεβαίνει τακτικά στην Αθήνα. Απότην άλλη, είναι ένας άνθρωπος που του αρέσει να τσιγκλάει τοκοινό και κυρίως να επιτίθεται ανοικτά – αυτό που θα λέγαµε χύµα και τσεκουράτα –στις «αδιαπραγµάτευτες αλήθειες» του χώρου του. Εκεί είναι που δεν πιάνεται µε τίποτα.

∆εν αργήσαµε να το διαπιστώσουµε κι εµείς. «Α, δεν θέλω χειροκροτήµατα», είπε στον ενθουσιώδη φαν πουτόλµησε να κάνει την κίνηση όταν διάβασε µε τον χαρακτηριστικό κοφτό του τόνο ένα από πιο δηµοφιλή του ποιήµατα, το «Ενός λεπτού σιγή».

«Τα χειροκροτήµατα εµποδίζουν στο να νιώσουµετο ποίηµα. Βούβα λοιπόν για να το χαρείτε».

Στην εισαγωγή που έκανε για εκείνον ο Αρης Σκιαδόπουλος – «πολύ περήφανος άνθρωπος, από τους λίγους που αρνήθηκαν τη σύνταξη για ποιητές, όπως και ο άλλος κορυφαίος µας ποιητής, ο Καρούζος» – ο Χριστιανόπουλος ένιωσε κατευθείαν την ανάγκη να βάλει τα πράγµατα στη θέση τους. «Ηθελα να πω ότι η περίπτωση Καρούζου ήταν προβληµατική. Κατ’ αρχήν δεν ήταν κορυφαίος ποιητής. Καλός ναι, κορυφαίος όχι. Και τη σύνταξη την αρνήθηκε λόγω επάρσεως, γιατί δεντου έδωσαν την ανώτατη που είχαν ηδη δώσει στη Ζωή Καρέλλη. Αν ήταναντράκι,ας την αρνιόταν από την αρχή».

Τα ποιήµατά του τα διάβασε ο ίδιος κάνοντας µια ανθολόγηση απότα πιο δηµοφιλή αλλάκαι τα λιγότερο γνωστά. «Από κορµί σε κορµί», «∆ιάλειµµα χαράς», «Ερωτας», «Η κακιά στιγµή», «Μπαξέ τσιφλίκι» κ.ά. όπως και ελληνικά επιγράµµατα που µετέφρασε ο ίδιος από τους ελληνιστικούς χρόνους, ποιήµατά του από το βιβλίο του «Εντευκτήριο», µεταφράσεις του από τη Σαπφώ, από τον ποιητή των αλεξανδρινών χρόνωνΚριναγόρα, από τη σειρά «Ανακρεόντεια».

Η αίθουσα ήτανεντελώςσιωπηλή και προσηλωµένη. Οσοι τον άκουγαν πρώτη φορά σίγουρα θαύµασαν την οικονοµία του λόγου του, τη σαφήνεια αλλά και το «βάρος» που έχουν καµιά φοράοι καθηµερινές, απλές λέξεις. Απλές σε πρώτοεπίπεδο...

Αλλά όσο λακωνικός και βαθύς είναι ο ποιητής Χριστιανόπουλος όταν γράφει τόσο… εξωστρεφής και καυστικός γίνεται όταν είναι να υπερασπίσει τις απόψεις του. Η ερώτηση (που του έθεσε ο Γρηγόρης Ψαριανός) αφορούσε την επικριτική άποψη που είχε καταθέσει σε συνέντευξή του, πριν από µια δεκαετία περίπου, για τον Σεφέρη. Είχε αναθεωρήσει άραγε;

«Καθόλου», απάντησε. «Η αντίρρησή µου πηγάζει απόκάποιες µικρές λεπτοµέρειες. Ο Σεφέρης αποδέχτηκε να αλλάξειτον τίτλοτου ποιήµατος “Κύπρον ου µ’ εθέσπισεν” και νατο κάνει “Ηµερολόγιο Καταστρώµατος Γ’” κι έτσι πήρε το Νοµπέλ. Ε, να χέσω τέτοιο Νοµπέλ». Και για τον Ελύτη είχε εκφράσει πολλές φορές τις αντιρρήσεις του. Συγκεκριµένες αντιρρήσεις που αφορούσαν τον τρόπο ζωής του. «Τον επέκρινα– και τουτο είχα πει στα ίσια και µετά δεν µου µίλαγε. Ηταν τεµπέλης. Ηταν από πλούσια οικογένεια και ζούσε µια ζωή µε το χαρτζιλίκι της µαµάς του και των αδελφών του για να είναι απερίσπαστος και να γράφει ποίηση. Μα είναι δυνατόν, επειδή είσαι ποιητής, να τεµπελιάζεις και να τρέχεις µε τις πιτσιρίκες;».

Nαι, αλλά και ο Σαχτούρης δεν δούλεψε ποτέ (παρατήρηση από το κοινό). «Μα είναι ολόκληρη συνοµοταξία τεµπελχανάδων. Παράδειγµαείναι ο Ελύτης».

Αφήνουν τα δόρατα, πιάνουν τον «Ζορµπά»

Οι Chooky Dancers, αυτόχθονες της Αυστραλίας, χορεύουν έναν ιδιότυπο χορό µε υπόκρουση το συρτάκι του «Ζορµπά». Αυτές της ηµέρες  θα συµµετάσχουν στο κινεζικό φεστιβάλ της άνοιξης
Ώς το Πεκίνο «εξήγαγαν» το κατά Μίκη Θεοδωράκη συρτάκι ηµίγυµνοι Αβορίγινες της Αυστραλίας, που βρήκαν τρόπο έκφρασης πάνω στις πενιές του µπουζουκιού
Εχουν γίνει διάσηµοι και µοιάζουν να είναι το καλύτερο εξαγώγιµο προϊόν της Αυστραλίας. Μια παρέα – µια χούφτα άνθρωποι – Αυστραλών της φυλής Γιολνγκού (Yolngu) που ζουν στοαποµακρυσµένονησί Ελκο στα βορειοανατολικά της Αυστραλίας µε τον ιδιότυπο χορό τους στον ρυθµό του «Ζορµπά» έγιναν αίφνης περιζήτητοι.

Για πρώτη φορά έδωσαν παράσταση, διάρκειας µόλις πέντε λεπτών, στο νησί τους, που άρχισε µε χορό κρατώντας δόρατα και ολοκληρώθηκε µε µια δικής τους έµπνευσης χορογραφία. Εφεραν µερικές γυροβολιές, λικνίζοντας τη λεκάνη τους, πάνω στη µουσική από το θρυλικό συρτάκι του «Zorba the Greek»,φορώντας µόνο ένα κοµµάτι ύφασµα. Αυτό ήταν. Το νούµερο βιντεοσκοπήθηκε το 2007, αναρτήθηκε στο YouTube και από τότεέχει πάνω από1,8 εκατοµµύρια «χτυπήµατα».

Ο Λάιονελ Ντουλµανάουι και η παρέα του, αυτόχθονες της Αυστραλίας, αποτελούν το χορευτικό συγκρότηµα Chooky Dancers, η χάρη του οποίου, αφού έκανε – σαρωτική – εµφάνιση στο τάλεντ σόου «Αυστραλία, έχεις ταλέντο»,πέρασε στην Ασία για να κατακτήσει την Κίνα.

Μόλις προχθές, το συγκρότηµα άφησε για πρώτη φορά την Αυστραλία και ταξίδεψεώς το Πεκίνο για να παρουσιάσει το ολιγόλεπτο νούµερό του στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του κινεζικού Φεστιβάλ Ανοιξης, το οποίο µεταδίδεταιτηλεοπτικά και το παρακολουθούν δεκάδες εκατοµµύρια τηλεθεατές κάθε χρόνο.

«Θα πεταχτούν τα µάτια από τις κόγχες τους µόλις µας δουν»,υποστήριζε ο Γκεϊµανγκούρα, ένας από τους χορευτές, σε ερώτηση δηµοσιογράφου επί κινεζικού εδάφους για την αντίδραση των Κινέζων όταν οι Chooky Dancers εµφανιστούν στη σκηνή – και στις τηλεοράσεις – µε τα σώµατά τους αλειµµένα µε λάσπηκαι λευκή µπογιά, φορώντας µόνο µια υφασµάτινη πάνα που καλύπτει τα απαραίτητα.

Το συγκρότηµα πέρασε 20 ώρες στους αιθέρες και χρειάστηκε να αλλάξει τέσσερα αεροπλάνα για να φθάσει στην κινεζική πρωτεύουσα και να συµµετάσχει στις εκδηλώσεις του ετήσιου Φεστιβάλ Ανοιξης, οι οποίες θα µεταδοθούν από την τηλεόραση του Πεκίνου στο πλαίσιο των εορτασµών για το Ετος του Φεγγαριού στις 4 Φεβρουαρίου. Αν και έχουν πραγµατοποιήσει πολλές εµφανίσεις στην πατρίδα τους κι έχουν παρουσιάσει το σόου τους στο «Αυστραλία, έχεις ταλέντο», ο Ντουλµανάουι παραδέχεται πως έχει νευρικότητα η οποία πηγάζει από το γεγονός ότι θα χορέψουν υπό τα βλέµµατα εκατοµµυρίων θεατών. «Στις χθεσινές (σ.σ.: προχθεσινές) δοκιµές ένιωθα ντροπή στη σκέψη και µόνο του πλήθους κόσµου που θα µας παρακολουθεί», έλεγε µιλώντας µία από τις τοπικές διαλέκτους που µιλούν οι 2.000 κάτοικοι του νησιού του, Αβορίγινες στην πλειονότητά τους.

Οι αυστραλοί ιθαγενείς, µαθηµένοι νακυκλοφορούν σχεδόν γυµνοί στονησί τους, σοκαρίστηκαν από το δριµύψύχος και την πυκνήχιονόπτωση που έπεφτε στο Πεκίνο. Τους έδωσαν γάντια και καπέλα όταν επισκέφθηκαν τηνπλατεία Τιεν Αν Μεν και στη συνέχεια τους ξενάγησαν σε σχολή πολεµικών τεχνών, της οποίας µαθητής υπήρξε ο Τσετ Λι.

Στη διάρκεια του γκαλά θα παρουσιαστεί µια µεγάλη γκάµα µουσικοχορευτικών δρώµενων, τοπικών – κινεζικών – και ξένων, που περιλαµβάνει χορό φλαµένκο από ισπανικό συγκρότηµα, τραγούδι από έναν βρετανό πιτσιρικά, ρεσιτάλπιάνου από σουηδό σολίστα και νεαρέςρωσίδες µπαλαρίνες µε αυτιά κουνελιού και κοντές φούστες κλασικού χορού.