Δευτέρα

ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ Μαζί µε τον Ορέστη εξεγέρθηκαν και οι νέοι



Μενέλαος  (Ακύλλας Καραζήσης), Αγγελιαφόρος (Μανώλης Μαυροµατάκης) και Τυνδάρεως (Χρήστος Στέργιογλου) _ το σκοτεινό τρίο _  αναµένουν στον  καναπέ τις εισόδους τους στη  δράση
Τη νεανική εξέγερση ενάντια στο διαπλεκόµενο, διεφθαρµένο, αµείλικτο, στυγνό, κατεστηµένο που µε νύχια και µε δόντια προσπαθεί να κρατήσει τα κεκτηµένα πρόβαλε µέσα από τον «Ορέστη» ο Γιάννης Χουβαρδάς µε τον τρόπο που ανέβασε την τραγωδία του Ευριπίδη µε το Εθνικό Θέατρο
Οχι. Αυτός ο «Ορέστης» της Επιδαύρου δεν είχε τελετουργική είσοδο του «θυµελικού» θιάσου. Ούτε «σεβάστηκε την παράδοση». Πάνω της όµως ακούµπησε και από την «παράδοση» άντλησε  για παράδειγµα την οµαδική συνεκφώνηση του Χορού.

Ποιος ήταν όµως ο Χορός γυναικών του έργου;

Μα, οι «φοιτητές» του προοιµίου. Τα παιδιά µε τα σακίδια που «εισέβαλαν» στην ορχήστρα και που τα παιχνίδια τους τα διέκοψε η φωνή από τα µεγάφωνα της υπεύθυνης του θεάτρου Βαρβάρας Λαζαρίδου µε τις τακτικές και τυπικές οδηγίες προς το κοινό, οδηγίες που ακούγονται και στα αγγλικά, βαθµιαία µεταµορφώθηκαν σε Χορό  γυναικών και ανδρών  και «µπήκαν» στην παράσταση. Ή, µάλλον, η παράσταση µπήκε ανάµεσά τους.

Ας τα πάρουµε όµως µε τη σειρά.

Στο βάθος, µπροστά από τα ερείπια της σκηνής, είχαν αρχίσει σιγά σιγά, διακριτικά να µαζεύονται οι ηθοποιοί  φιγούρες σε άσπρο, µαύρο και γκρίζο, σε αντίθεση µε τα πολύχρωµα ρούχα των «φοιτητών»  µε τα φώτα ακόµα αναµµένα και πριν ορµήσουν στην ορχήστρα τα παιδιά.

Το σκηνικό του Γερµανού Γιοχάνες Σουτς  που υπέγραφε και τα κοστούµια  έκλινε το γόνυ στα αρχαία ερείπια της σκηνής, τα φωτισµένα και χωρίς πια το κακόγουστο πατάρι που τα σκέπαζε. Ελάχιστες αιωρούµενες λεπτές «βέργες» που πολύ αφαιρετικά υπαινίσσονταν το σχήµα του παλατιού των Ατρειδών και της κεντρικής του πύλης. «Μέσα» στο παλάτι ένα µεγάλο, παλιό, ξύλινο τραπέζι, πάνω του ένας δίσκος και µέσα µια γυάλινη καράφα µε νερό και µερικά ποτήρια, γύρω βαριές καρέκλες ντυµένες µε καφέ δέρµα, πιο πέρα ένας καναπές ντυµένος µε µαύρο δέρµα, στην άκρη ένα µικρό, ενισχυµένο πιάνο και µπροστά του ένα σκαµπό, επίσης µε δέρµα καφέ. Και η ορχήστρα σκεπασµένη µε χοντρή άµµο. Αυτό ήταν όλο κι όλο. Γύρω από το τραπέζι και στον καναπέ θα κάθονταν οι ηθοποιοί όταν δεν είχαν να παίξουν σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, µπρεχτικώ τω τρόπω, αλλά χωρίς να µένουν αµέτοχοι.

Από την πύλη πρόβαλε η Ηλέκτρα (Στεφανία Γουλιώτη)  µαύρο παντελόνι, γκρίζο πουκάµισο, πολύ µικρά ζιργκόν περασµένα στα αυτιά, φιγούρα µε κοψιά σπαθιού, «γυναίκα µ αρσενική καρδιά και σώµα θηλυκό» κατά την καινούργια µετάφραση του Στρατή Πασχάλη  για να διεκτραγωδήσει στον Πρόλογο τα δεινά των Ατρειδών του Οίκου της. Στο κέντρο της ορχήστρας σωριασµένος ο αδελφός της, ο Ορέστης (Νίκος Κουρής)  άσπρο πουκάµισο, µαύρο παντελόνι, κάλτσες κόκκινες (η µόνη έντονη πινελιά στα κοστούµια των ηθοποιών). Εξι µέρες είναι που έσφαξε µαζί µε τον φίλο του τον Πυλάδη τη µάνα του την Κλυταιµνήστρα και τον εραστή της, τον Αίγισθο, για να εκδικηθεί το αίµα του Αγαµέµνονα, του πατέρα του που εκείνοι σκότωσαν. Κι ο Ορέστης έχει πέσει άρρωστος  το δέος, οι τύψεις γι αυτό που διέπραξε τον έχουν αρρωστήσει ψυχικά. Περιµένουν τους Αργίτες να ψηφίσουν για την τύχη τους και τον αδελφό του πατέρα τους, τον Μενέλαο, που µόλις γύρισε από την Τροία, να τους γλιτώσει. Στον στίχο «δεν µου αρµόζει να το πω, είµαι παρθένα» που εκστοµίζει η Ηλέκτρα µερικά από τα παιδιά του Χορού κρυφογελάνε.

Η Ελένη (Τάνια Τρύπη), η γυναίκα του Μενέλαου και αφορµή του Τρωικού Πολέµου, στα µαύρα, µε το λικνιστικό βάδισµα και το πλούσιο µαλλί που το ανασηκώνει και το παίζει λάγνα, εµφανίζεται για να στείλει χοές στον τάφο της αδελφής της Κλυταιµνήστρας που, µαζί µε τα παιδιά της, είχε µεγαλώσει και την κόρη που αυτή παράτησε, την Ερµιόνη.

Ο Φοίβος Απόλλων (Γιώργος Γλάστρας)

που ώθησε τον Ορέστη στη µητροκτονία είναι πανταχού παρών. Με το λευκό µεταξωτό κοστούµι και τις λαµέ µπότες του τριγυρνάει, ξαπλώνει σε κάτι πέτρες, βγάζει το σακάκι και το κρατάει ριχτό στον ώµο, ενώ ο Πυλάδης (Κώστας Βασαρδάνης) – µαύρο παντελόνι, λευκό πουκάµισο όπως ο Ορέστης – έχει αναλάβει και το µουσικό µέρος της παράστασης: παίζει στο πιάνο Καλοµοίρη – κοµµάτια άλλοτε µελαγχολικά, άλλοτε εύθυµα, άλλοτε λυρικά, άλλοτε επικά.

Ο Ορέστης συνέρχεται από το λήθαργο στον οποίο έχει πέσει αλλά… Κρίση µανίας! Δεν ξέρει τι του γίνεται, ουρλιάζει, χτυπιέται, αρπάζει την Ηλέκτρα από το λαιµό, βλέπει παντού τις Ερινύες να τον κυνηγάνε… Ο Μενέλαος (Ακύλλας Καραζήσης)  «λουκ µιλιτέρ», µε µπότες και τζόκεϊ, αλλά όλα διακριτικά  θα έρθει φλυαρώντας. Ο γέροντας Τυνδάρεως (Χρήστος Στέργιογλου)  µαύρο κοστούµι και καπέλο, στηριγµένος σε µπαστουνάκι , ο πατέρας της Κλυταιµνήστρας και της Ελένης, θα τον αποτρέψει, τονίζοντας τα κωµικά στοιχεία και βγάζοντας χειροκρότηµα, να βοηθήσει τον µητροκτόνο εγγονό του. Κι ο Μενέλαος θα δειλιάσει να το κάνει. Κι ας τον ικετεύει πέφτοντας γονατιστός, διπλωµένος στα δύο, ο Ορέστης. Ο οποίος θα πάει στη σύναξη να υπερασπιστεί τον εαυτό του µε τον Πυλάδη συµπαραστάτη. Εις µάτην. Ο Αγγελιαφόρος (Μανώλης Μαυροµατάκης) θα βγάλει τα γυαλιά του ηλίου και θα φέρει το κακό µαντάτο: οι Αργείτες, τελικά, καταδίκασαν τα δυο αδέλφια σε θάνατο. Η Ηλέκτρα θρηνεί µε λυγισµένα γόνατα. Ο Πυλάδης προτείνει τότε σχέδιο… αντάρτικου πόλεων: να σκοτώσουν την Ελένη εκδικούµενοι τον Μενέλαο κι αν δεν τα καταφέρουν να βάλουν φωτιά στο παλάτι και να καούν όλοι µαζί. Η Ηλέκτρα συµπληρώνει µε σχέδιο σωτηρίας: µετά το φόνο της Ελένης, να εκβιάσουν τον Μενέλαο απειλώντας τον µε σφαγή της Ερµιόνης ώστε να διαφύγουν. Το επιχειρούν. Οι κραυγές της Ελένης που πάνε να σφάξουν, «από µέσα» υποτίθεται _ ενώ εµείς τη βλέπουµε καθισµένη σε καρέκλα να ρίχνει πίσω το πλούσιο µαλλί –, ακούγονται ηδυπαθείς και βγάζουν γέλιο. Η Ερµιόνη (Γεωργιάννα Νταλάρα) – λευκό φορεµατάκι – σέρνεται στο παλάτι σαν όµηρος.

ΙΝFΟ
Ο «Ορέστης» περιοδεύει: Την Τετάρτη στον Βύρωνα (Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη»).
Την Παρασκευή στην Καβάλα (Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων). Στις 22 Αυγούστου στο Αργος (Αρχαίο Θέατρο). Στις 25 Αυγούστου στα Γιάννινα (Υπαίθριο Θέατρο ΕΗΜ). Στις 29 στην Ελευσίνα (Παλαιό Ελαιουργείο).

Ακυρώσεις κρατήσεων λόγω βενζίνης

Ο Φρύγας (Νίκος Καραθάνος), ένας ευνούχος υπηρέτης της Ελένης  γυαλάκια, κεφαλοδέσιµο, τζιν παντελόνι, από πάνω ριγµένο ένα φόρεµα και µια ζακετούλα φτάνει για να περιγράψει φλύαρα πώς Ορέστης και Πυλάδης κυνηγούσαν την Ελένη να τη σφάξουν κι εκείνη «έγινε αόρατη». Ο Ορέστης βγαίνει, τον ρίχνει κάτω, του βγάζει τα γυαλιά, απειλεί να τον τυφλώσει µ’ αυτά, τον γδύνει βίαια και τον αφήνει, τελικά, να σέρνεται µε το βρακί. Ο Μενέλαος φτάνει αλλόφρων, ο Ορέστης απειλεί να σφάξει την Ερµιόνη. Και τότε, µε το πιάνο να βαράει συγχορδίες βαρύγδουπες, ο θεός Απόλλων επεµβαίνει και σε ύφος µιούζικ χολ δίνει λύση σε όλα ενώ οι θνητοί αποκτούν κίνηση µαριονέτας  πιόνια των θεών: την Ελένη δεν τη σκοτώσανε αλλά ανελήφθη στους ουρανούς, ο Ορέστης θα δικαστεί για τη µητροκτονία, θα αθωωθεί και θα παντρευτεί την Ερµιόνη και η Ηλέκτρα θα παντρευτεί τον Πυλάδη. Χάπι εντ… Η ορχήστρα αδειάζει. Ο Ορέστης καταρρέει εκεί που βρισκόταν στην αρχή της παράστασης, η Ηλέκτρα προβάλλει απεγνωσµένη, όπως στην αρχή, στην «πύλη»… Τι άλλαξε;

Ζεστή η βραδιά, επιβαρυµένη µε τη γνωστή υγρασία της Επιδαύρου, δροσίστηκε κάπως προς το τέλος για να κλείσει µε ένα πολύ θερµό χειροκρότηµα και πολλά «µπράβο». Οι ηθοποιοί παρατάχτηκαν για τον χαιρετισµό, τα «παιδιά» του Χορού όρµησαν και παρατάχτηκαν µπροστά τους και ενώ αυτά χαιρετούσαν οι ηθοποιοί τα έσπρωξαν, όλα σωριάστηκαν κάτω, τα πάτησαν, προχώρησαν µπροστά και ξαναχαιρέτησαν µαζί µε τον σκηνοθέτη και τον σκηνογράφο. Ο Γιάννης Χουβαρδάς έως και στον χαιρετισµό πέρασε το µήνυµα: πως κάποιοι τελικά θέλουν να «πατήσουν» τα παιδιά – τους νέους. Και τους πατούν.

Μετά την παράσταση όλοι µιλούσαν, έστω και µε επιµέρους αντιρρήσεις, για µια πρόταση λιτή και καθαρή, που τη συνέκριναν µε την «Αντιγόνη» του Λευτέρη Βογιατζή, πρόταση που µπορεί να λογιστεί ότι προχωράει την υπόθεση του αρχαίου δράµατος. Την πρεµιέρα, παρά τα προβλήµατα µε τη βενζίνη που οδήγησαν σε αρκετές ακυρώσεις κρατήσεων, παρακολούθησαν γύρω στα 5.500 άτοµα. Ανάµεσά τους και περήφανοι γονείς επί σκηνής βλαστών – ακριβά µοναχοπαίδια και οι τρεις:

ο Αναστάσης Παπαληγούρας, πατέρας της Λένας Παπαληγούρα, ο Γιάννης Μπέζος και η Ναταλία Τσαλίκη, γονείς της Ηρώς Μπέζου, η Αννα Νταλάρα, µητέρα της Γεωργιάννας Νταλάρα. Ο Γιώργος Νταλάρας που είχε συναυλίες, δεν µπόρεσε να είναι ούτε την Παρασκευή ούτε στην παράσταση του Σαββάτου που την είδαν 7.500 θεατές. Εκεί ξανάδαµε την Παρασκευή και την απόλυτα συνδεµένη µε την Επίδαυρο φιγούρα της συναδέλφου Ελενας Χατζηιωάννου που δεν την έχουµε πια µαζί µας και µας λείπει.


Η «Ερωφίλη» µιας παρέας
Γ.Δ.Κ.Σ

Εστρωσαν χράµια πολύχρωµα πάνω στη σκηνή της Μικρής Επιδαύρου, φούσκωσαν ένα τεράστιο µπαλόνι µε ήλιον, το φώτισαν εσωτερικά, το στερέωσαν πάνω σε µια «πέτρα» και µε τσουβάλια ώστε να αιωρείται σαν ένα φεγγάρι _ φεγγάρι στον ουρανό δεν είδαµε παρά στην επιστροφή _, τέντωσαν και δυο σκοινιά κι άπλωσαν ρούχα στην αυλή του πέτρινου πανέµορφου σπιτιού µόνιµου σκηνικού (σκηνικά και κοστούµια Μάρθα Φωκά), φώτισαν και τα δέντρα τριγύρω, κάθισαν πάνω στα χράµια ανακούρκουδα _ πέντε ηθοποιοί, ένας χορευτής, ήτοι ο υπέροχος Δηµήτρης Σωτηρίου που είχε επιµεληθεί και την κίνηση, δυο µουσικοί _ και µας αφηγήθηκαν την «Ερωφίλη» του Χορτάτση: τα παιδιά της οµάδας «Χώρος». Σε σκηνοθεσία του Σίµου Κακάλα.

Την αφηγήθηκαν απλά, άµεσα, καθαρά προβάλλοντας µε προσοχή µεγάλη, µε στοργή, µε λατρεία τον έξοχο λόγο του Χορτάτση και αναδεικνύοντας, χωρίς µέσα τεχνητά, τη µουσικότητα του. Σηκώνονταν ένας ένας, δυο δυο, και περισσότερο αφηγούνταν στην παρέα παρά έπαιζαν τις σκηνές προσθέτοντας µικρά θεατρικά στοιχεία και σωµατοποιώντας διακριτικά, αρµονικά το κείµενο _ θυµήθηκα την Ραψωδία Ψ της «Ιλιάδας» που µας είχε δείξει ο Ανατόλι Βασίλιεφ το 2006 στους Δελφούς. Κι ανάµεσα στις πράξεις, σαν ιντερµέδια, µια και τα αυθεντικά ιντερµέδια του έργου έλειπαν, τραγούδια της κρητικής παράδοσης που είχε δώσει το στίγµα της στην παράσταση.

Τα υπόλοιπα τα είχε αναλάβει η φύση: ζέστη βαριά και υγρή, όλοι µας κάθιδροι, τα τζιτζίκια να λυσσάνε, αυτό το συναρπαστικό µονοπάτι _ µην ξεχνάµε πως το οφείλουµε στον Χρήστο Λαµπράκη _ για να φτάσεις στο θέατρο… Η πρόταση άρεσε, συγκίνησε _ κορυφαία στιγµή η αγγελία του Μαντατοφόρου  Ελενας Μαυρίδου, για τον µαρτυρικό θάνατο του Πανάρετου, µε µια καµπάνα κρεµασµένη από µια ελίτσα να χτυπάει πένθιµα _ και χειροκροτήθηκε το βράδυ του Σαββάτου θερµότατα, µε τους ηθοποιούς να χορεύουν _ «άντε, πηγαίνετε σιγά σιγά» µας φώναξε ο Σίµος Κακάλας. Και βγήκαµε _ γύρω στα 600 άτοµα _ στο πλάτωµα µπροστά στο θέατρο για το κρητικό γλέντι που ακολούθησε: πάλκο για τους µουσικούς που µας τραγουδούσαν τον «Ερωτόκριτο», µπουφές χορταστικός µε νοστιµιές κρητικές, αρκετοί το ριξαν στο χορό… Το φινάλε για τις φετινές εκδηλώσεις του Φεστιβάλ στη Μικρή Επιδαύρου γράφηκε ζεστό και άµεσο _ επιτυχηµένο.
Βγήκαµε _ γύρω στα 600 άτοµα _ στο πλάτωµα µπροστά στο θέατρο για το κρητικό γλέντι που ακολούθησε

ΣΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ «ΟΡΕΣΤΗ» ΑΠΟ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ Εισβολή φοιτητών



Ο Νίκος Καραθάνος - Φρύγας αφηγείται στα παιδιά - φοιτητές του Χορού τις βιαιότητες Ορέστη και Πυλάδη στον «Ορέστη» του Γιάννη Χουβαρδά
Πιτσιρικάδες. Εφηβοι δηλαδή. Καµιά δεκαπενταριά. Αγόρια και κορίτσια. Με ρούχα παρδαλά. Κόκκινα, πορτοκαλί, πράσινα, γαλάζια, ροζ... Με φανελάκια, βερµούδες, παντελόνια κάπρι, τα πόδια σε παπούτσια αθλητικά, πλαστικά µπουκαλάκια µε νερό στα χέρια, σακίδια στους ώµους... Μια αίσθηση εκδροµέων φοιτητών: φωνές, γέλια, τσιρίδες, τρεχαλητά… Ξεχύθηκαν στην ορχήστρα της Επιδαύρου. Με τα φώτα «πλατείας» ακόµα αναµµένα. Και µε το σκοτάδι να µην έχει κατακαθήσει στο πανέµορφο τοπίο.

Θράσος; Ασχετα ήταν, που πρωτόρθανε στο χώρο; Και όρµησαν καταπατώντας τα απαγορευµένα και βεβηλώνοντας τα ιερά και τα όσια; Και οι ταξιθέτες δεν κατάφεραν να τα συγκρατήσουν; Κάποιοι από το κοίλον γέλασαν, κάποιοι δυσανασχέτησαν, όλοι αιφνιδιαστήκαµε πριν µπούµε στο νόηµα: ήταν το προοίµιο στην παράσταση του «Ορέστη» του Ευριπίδη που ανέβασε ο Γιάννης Χουβαρδάς  ο καλλιτεχνικός διευθυντής του  µε το Εθνικό Θέατρο.

Τα παιδιά  «δεκαεννιάρηδες, εικοσάρηδες είναι» εκτιµούσε φίλος αλλά ανάµεσά τους µπορεί να ήταν και τριαντάρηδες ηθοποιοί, κάποιοι ήδη µε περγαµηνές  άρχισαν να «παίζουν». Γύρω από τη θυµέλη, να τριγυρίζουν δώθε - κείθε, να φωτογραφίζονται, να γελάνε, να πειράζονται και σιγά σιγά να ψιλοµουρµουρίζουν ή να ψιλοπαίζουν αποσπάσµατα του «Ορέστη». Σπουδαστές δραµατικής σχολής; Μπορεί;

Μύρισε νιάτα και φρεσκάδα το θέατρο. Κι ας κράτησε αυτό λίγο περισσότερο του δέοντος _ γύρω στο τέταρτο. Κι ας ενοχλήθηκαν ορισµένοι  «καλά, πλάκα µας κάνετε;» φώναξε κάποιος. Κι ας έβλεπα ένα γηραιό κύριο που καθότανε στην ακριανή κερκίδα, να σηκώνεται και να διαµαρτύρεται στους ταξιθέτες «τι είναι αυτά που βλέπουµε και ακούµε;» νοµίζοντας προφανώς πως έτσι θα πάει το πράγµα µέχρι το τέλος.

Την πρεµιέρα της Παρασκευής παρακολούθησαν ο υπουργός Πολιτισµού  Τουρισµού Παύλος Γερουλάνος µε τη γυναίκα του µαζί µε τον πρόεδρο του Ελληνικού Φεστιβάλ Γιώργο Λούκο και τον Γιάννη Χουβαρδά µε τη γυναίκα του Αλκηστι Πουλοπούλου και πολλοί του καλλιτεχνικού χώρου του θεάτρου µας κυρίως. Ανάµεσά τους: Διονύσης Φωτόπουλος, Λευτέρης Βογιατζής, Αντώνης Αντύπας, Ελένη Καραΐνδρου, Μηνάς Χατζησάββας, Δηµήτρης Μαυρίκιος, Νίκος Περάκης, Γιώργος Κιµούλης  Ορέστης παλαιότερα της Επιδαύρου , Μίνα Αδαµάκη, Γιάννης Βογιατζής  ο ηθοποιός , Θωµάς Μοσχόπουλος, Εφη Θεοδώρου, Νίκος Πλάτανος, Βίκτωρ Αρδίττης, Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, Μιράντα Ζαφειροπούλου, Κώστας Γαλανάκης, Δηµήτρης Τσούτσης, Γιώργος Δεπάστας, Σοφία Σεϊρλή, Γιάννης Μόσχος, Δάφνη Λαµπρόγιαννη, Κωνσταντίνος Ρήγος, Δήµητρα Ματσούκα, Χάρης Παπαδόπουλος, Σεραφείµ Βελέντζας, Γιάννης Χάρης, Πλάτων Μαυροµούστακος, Κώστας Φαλελάκης, Νίκη Παλληκαράκη, Μαργαρίτα Χατζηιωάννου, Δηµήτρης Κουρτάκης, Γιώργος Νανούρης αλλά και ο Νίκος Κωνσταντόπουλος  του Παναθηναϊκού , ο Νίκος Μανωλόπουλος  του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών , η Μανουέλλα Παυλίδου _ του Ιδρύµατος Μελίνα Μερκούρη  η Μαρία Καρακλιούµη.

Δεν έλειψαν και οι διεθνείς διασηµότητες. Παρόντες οι σκηνοθέτες Μπερτράν Ταβερνιέ  µε σπουδαίες κινηµατογραφικές περγαµηνές  και Ζαν Λουί Μαρτινελί, καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου της Ναντέρ και αντιπρόεδρος της Ενωσης των Θεάτρων της Ευρώπης στην οποία ανήκει και το Εθνικό και η ηθοποιός Βαλερί Ντρεβίλ  η Μήδεια του Ανατόλι Βασίλιεφ στο «Υλικό Μήδειας» του Χάινερ Μίλερ που έχουµε παλαιότερα δει στη Θεσσαλονίκη και στους Δελφούς , εκ Γαλλίας ορµώµενοι πάντες.