ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Η ανακοίνωση της κυκλοφορίας του αυθεντικού «Smile» των Μπιτς Μπόις πριν από λίγες εβδομάδες από τα μέσα ενημέρωσης ήταν λιτή: «Θα βγει στην αγορά το καλοκαίρι, είμαστε όλοι έτοιμοι» ήταν η φράση του υπεύθυνου δημοσίων σχέσεων της ΕΜΙ, Μπιλ Γκάνιον, για ένα δίσκο που είχε πάρει διαστάσεις μύθου στη ροκ σκηνή.
Ηταν οι ηχογραφήσεις που πραγματοποίησε το συγκρότημα ανάμεσα στο 1966 και το 1967 ακολουθώντας την επιτυχία του ιστορικού «Pet Sounds». Και ο Μπράιαν Γουίλσον, ο πολυτάλαντος εγκέφαλος των Μπιτς Μπόις, τις είχε αποκαλέσει ως «μια εφηβική συμφωνία προς τον Θεό».
Ο δίσκος, που ήταν ένα κράμα ψυχεδέλειας και ορχηστρικής μουσικής, δεν ολοκληρώθηκε ποτε. Ο Γουίλσον βυθίστηκε στην κατάχρηση LSD που τον οδήγησε στην παράνοια και είχε εγκαταλείψει το στούντιο. Για χρόνια ισχυριζόταν ότι είχε κάψει όλες τις ταινίες που έκρυβαν τις ηχογραφήσεις. Ενώ το 2004, όταν κατάφερε να επιστρέψει στη μουσική σκηνή, είχε κυκλοφορήσει ένα δίσκο με τον φορτισμένο τίτλο «Smile», όπου είχε ουσιαστικά επαναηχογραφήσει κάποια από εκείνα τα ιστορικά τραγούδια. Τελικά, 44 χρόνια μετά, παρέδωσε τις παλιές ηχογραφήσεις στη δισκογραφική του που θα κυκλοφορήσουν ως διπλός δίσκος σε cd και βινύλιο.
Ομως το «Smile» δεν είναι ο μόνος δίσκος που παρέμενε για τόσα χρόνια άγνωστος. Η ιστορία του σύγχρονου τραγουδιού είναι γεμάτη από χαμένα άλμπουμ, που βρίσκονται ακόμα στις αποθήκες των δισκογραφικών εταιρειών, ή απλώς τα συγκροτήματα τους απέρριψαν και προχώρησαν σε νέες κατευθύνσεις. Ουσιαστικά είναι ακυκλοφόρητες δουλειές διασήμων πια ροκ σταρ όπως οι Ρόλινγκ Στόουνς, ο Ντίλαν, ο Νιλ Γιανγκ ή οι Μπιτλς που έχουν γίνει πια μύθος.
Ετσι στον κατάλογο των φημισμένων δίσκων που δεν κυκλοφόρησαν ποτέ, φιγουράρουν κάποιοι τίτλοι που απλώς άλλαξαν στην πορεία. Για παράδειγμα, το «Necrophilia» των Ρόλινγκ Στόουνς είναι ένας δίσκος που κυκλοφόρησε σε μερικές δεκάδες αντίτυπα, ανεπίσημα. Θα κυκλοφορούσε το 1971 ως συμπλήρωμα στην πρώτη συλλογή επιτυχιών τους, το «Hot Rocks 1964-1971». Και ουσιαστικά ήταν οι πρώτες ηχογραφήσεις κομματιών που έγραψαν ιστορία, όπως το «Pay Your Dues» που μεταμορφώθηκε στον πολιτικό ύμνο του «Street Fighting Man» και κάποιες διασκευές όπως το «Let The Good Times Roll». Αλλα αυτό που κάνει τον δίσκο ξεχωριστό είναι ότι τον ηχογράφησαν μόνο ο Τζάγκερ και ο Ρίτσαρντς με τη βοήθεια άγνωστων μουσικών του στούντιο.
Πάντως το άλμπουμ δεν περιέχει ακυκλοφόρητα τραγούδια των Ρόλινγκ Στόουνς. Οπως και ένας άλλος διάσημος ακυκλοφόρητος δίσκος, το «The Ties That Bind» του Μπρους Σπρίνγκστιν, που ηχογραφήθηκε το 1979 δεν είναι παρά κάποια τραγούδια του φημισμένου «The River» σε πρωτόλεια μορφή. Αμέσως μετα από την ηχογράφηση, ο Σπρίνγκστιν άλλαξε γνώμη, σχεδίασε ένα διπλό δίσκο, πολύ πιο μελαγχολικό, πρόσθεσε και άλλα τραγούδια, άλλαξε τις ενορχηστρώσεις των παλιών και κυκλοφόρησε το «The River».
Το ίδιο συνέβη και με ένα άλλο άλμπουμ που δεν είχε κυκλοφορήσει ποτέ, το «Techno Pop» των Κράφτβερκ. Οι γερμανοί πρωτοπόροι της ηλεκτρονικής σκηνής είχαν μπει στο στούντιο για τέσσερα χρόνια, από το 1982 έως το 1986, δουλεύοντας με την τότε ψηφιακή τεχνολογία για ένα δίσκο που θα έδειχνε το μέλλον. Τελικά το 1986 κυκλοφόρησε το «Elec-tric Cafe» λίγο πριν το συγκρότημα διαλυθεί. Οι φήμες όμως έλεγαν ότι υπήρχε και άλλο υλικό, χαμένες ηχογραφήσεις που δεν κυκλοφόρησαν ποτέ. Η κρυψίνοια των μελών του συγκροτήματος περιέπλεκε την ιστορία. Ο μύθος ξεθώριασε το 2009, όταν επανακυκλοφόρησαν τον δίσκο του 1986 με τον κανονικό του τίτλο «Techno Pop», μαζί με πρωτοεμφανιζόμενα στον κατάλογό τους κομμάτια. Είναι οι παλιές τους ηχογραφήσεις, αλλά τις έχουν ξαναδουλέψει και μεταμορφώσει τόσο πολύ, ώστε δεν έχουν καμία σχέση με το υλικό της δεκαετίας του '80.
Υπάρχουν όμως και δίσκοι που συνεχίζουν να διατηρούν το μυστήριό τους, παρά τις δεκαετίες που πέρασαν. Οπως το «Homegrown» του Νιλ Γιανγκ, που ηχογραφήθηκε το 1974, αλλά το απέρριψε ο ίδιος ο τραγουδοποιός και προτίμησε να κυκλοφορήσει το «Tonight's the Night». Σύμφωνα με την ιστορία πίσω από το δίσκο, ο Γιανγκ, μόλις τον ετοίμασε, κάλεσε τους φίλους του για να τον ακούσουν. Ομως η κάντρι του «Homegrown» τους άφησε αδιάφορους. Αντίθετα, ενθουσιάστηκαν με τα πιο ροκ εν ρολ τραγούδια που είχε γράψει δύο χρόνια πριν και δεν τα είχε κυκλοφορήσει ποτέ. Ετσι ο Γιανγκ, βασιζόμενος στη δική τους γνώμη, εγκατέλειψε την κάντρι, έβγαλε το παλιότερο «Tonight's the Night» και χρησιμοποίησε στους επόμενους δίσκους του κάποια από τα τραγούδια του «Homegrown», παραλλαγμένα και με περισσότερη ροκ διάθεση, ενώ τα υπόλοιπα τα πρόσφερε σε άλλους μουσικούς.
Την ίδια τύχη είχε και το «You Can't Fight Lightning» του Ρίνγκο Σταρ. Αν είχε κυκλοφορήσει, θα ήταν ουσιαστικά ο «νέος» δίσκος των Μπιτλς το 1981! Μετά την παταγώδη αποτυχία των τριών προσωπικών του δίσκων στα τέλη του '70, ο ντράμερ στράφηκε για βοήθεια στους παλιούς του συντρόφους. Οι άλλοι τρεις Μπιτλς αποδέχθηκαν την πρόσκληση, ηχογράφησαν τα κομμάτια τους, αλλά στη μέση της ηχογράφησης του δίσκου, ο Λένον δολοφονήθηκε στην Νέα Υόρκη. Ο Ρίνγκο θεώρησε ότι θα ήταν ιεροσυλία να συμπεριλάβει τα δυο τραγούδια που του είχε προσφέρει εκείνος. Οσο για τον Τζορτζ Χάρισον, απέσυρε κάποια από τα δικά του κομμάτια, γράφοντας μια ωδή στον νεκρό τους φίλο, που τελικά κατέληξε στον δικό του δίσκο, «Somewhere In England». Ετσι ο Ρίνγκο άλλαξε όλο το άλμπουμ, πρόσθεσε κάποιες διασκευές και το ολοκλήρωσε με την συνεργασία του Πολ Μακ Κάρτνεϊ και του Ρόνι Γουντ των Ρόλινγκ Στόουνς. Τιτλοφορήθηκε «Stop and Smell the Roses» και ήταν πολύ διαφορετικό από τις αρχικές ηχογραφήσεις, που δεν κυκλοφόρησαν ποτέ.
Αλλά ο διασημότερος δίσκος που παραμένει εκτός κυκλοφορίας είναι η συνεργασία του Μπομπ Ντίλαν με τον Τζόνι Κας, στο στούντιο του Νάσβιλ το 1969, όταν ο Ντίλαν ηχογραφούσε το ένατο δίσκο του, το «Nashville Skyline». Είναι το φημισμένο «The Dy-lan/Cash Sessions» όπου οι δυο τροβαδούροι εξερεύνησαν την αμερικανική μουσική παράδοση και μέσα σε δυο μέρες ηχογράφησαν 15 τραγούδια, με ένα συγκρότημα πίσω τους όπου ο Καρλ Πέρκινς παίζει κιθάρα. Υπάρχουν τραγούδια του Ντίλαν μεταμορφωμένα σε κοφτά ροκαμπίλι, διασκευές επιτυχιών της δεκαετίας του '50, παραδοσιακά κάντρι και ύμνοι γκόσπελ. Κυκλοφορούν διάφορες παράνομες ηχογραφήσεις του δίσκου, αλλά στην ουσία επίσημη κυκλοφορία δεν υπήρξε. Σύμφωνα με τις φήμες, η ηχογράφηση ήταν εξαιρετικά κακή, η φωνή του Κας μοιάζει να κυριαρχεί σε όλα τα τραγούδια, ο Ντίλαν δεν ακούγεται παρά μόνο σαν ψίθυρος, ενώ το μπάσο ισοπεδώνει όλα τα κομμάτια. Ετσι, αν κυκλοφορήσει ποτέ, θα είναι μόνο για ιστορικούς λόγους. 7